Συνεντεύξεις

Virgin Steele

Ό,τι και να πούμε για το David DeFeis θα είναι πολύ λίγο. Όσοι τον έχουν γνωρίσει από κοντά, έχουν να λένε για τις γνώσεις και την άπλετη ευγένειά του. Με αφορμή την επανακυκλοφορία του υπερκλασικού “Age Of Consent”, καταφέραμε και χωθήκαμε “σφήνα” στο πρόγραμμα του mastermind των Virgin Steele. Εκείνος, ζεστός και προσιτός σε όλα, ξεδίπλωσε άγνωστες πτυχές πίσω από αυτή την κυκλοφορία και ξαναθυμήθηκε τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στα 80’s. Κυρίες και κύριοι, ο “ρομαντικός βάρβαρος” David DeFeis όλος δικός σας!

Γεια σου, David! Είμαι ο Χάρης. Θα ήθελα να σε ευχαριστήσω για αυτή τη συνέντευξη. Είναι μεγάλη μου τιμή!

 

Είναι χαρά μου, κύριε! Cheers και σε ευχαριστώ πάρα πολύ για το μεγάλο ενδιαφέρον και την πίστη σου.

Λοιπόν, ας ξεκινήσουμε. Πρώτα απ’ όλα, πώς αποφάσισες ότι αυτή ήταν η καταλληλότερη στιγμή να επανακυκλοφορήσετε τον κατάλογό σας, από το “Noble Savage” και μετά;

Τα τελευταία μας δισκογραφικά συμβόλαια είχαν λήξει και πρόσφατα ήρθαμε σε νέα συμφωνία με μία εταιρεία ονόματι SPV, οπότε αν δεν ξεκινούσαμε να επανακυκλοφορούμε τα albums, δε θα ήταν πια διαθέσιμα για τις μελλοντικές γενιές ή τους fans. Άρα ήταν ένα θέμα αναγκαιότητας να αρχίσουμε να το κάνουμε τώρα με την SPV. H επόμενη επανακυκλοφορία θα είναι το “Life Among The Ruins”. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, ετοιμάζω το bonus υλικό.

Ποιές είναι οι κύριες διαφορές ανάμεσα στο νέο και βελτιωμένο “Age Of Consent” και την original κυκλοφορία του 1988;

Λοιπόν. Για αρχή, η σειρά των κομματιών είναι σίγουρα τελείως διαφορετική απ’ ότι την πρώτη φορά και φυσικά υπάρχουν 2 CD τώρα, οπότε υπάρχει μία αξία για πλήρη extra albums που περιλαμβάνονται σε bonus υλικό, ανάμεσα στους δίσκους 1 και 2. Το album τώρα αντικατοπτρίζει περισσότερο την επική πλευρά την μπάντας απ’ ότι στην original έκδοση του 1988.

Δώσε μας μερικές πληροφορίες για τα bonus κομμάτια. Πρόσεξα πως έχετε 3 νέες διασκευές και το “A Changelling Dawn”, μία φανταστική acoustic version του “Noble Savage”.

Σε ευχαριστώ πάρα πολύ! Ναι, υπάρχουν αρκετά bonus κομμάτια, μερικές διασκευές και κάποια νέα τραγούδια. Το κομμάτι “Screaming For Vengeance” ηχογραφήθηκε πριν αρκετό καιρό για ένα “Priest Tribute” album, αλλά δεν εμφανίστηκε ποτέ σε κάποιο δικό μας album. Όπως είχαμε κάνει και με το “Desert Plains”, εδώ πήραμε πολλές ελευθερίες με το κομμάτι, αλλοιώνοντας τη ρύθμιση και προσθέτοντας ένα ολοκαίνουργιο middle section. Μας αρέσει το αποτέλεσμα και πιστεύουμε πως κόβει βασιλικούς κώλους! Η προσέγγισή μας σε αυτό, ήταν να το τραβήξουμε έχοντας μέσα πιο “Blues-like” στοιχεία και να τα συνδυάσουμε με ένα απίστευτο live συναίσθημα. Η ιδέα ήταν να το κάνουμε να ακούγεται σαν να παίζουμε live επί σκηνής σε ένα καπνώδες bar που πάει για κλείσιμο, με τέρμα τα γκάζια. Αυτό το effect επιτεύχθη με το να ηχογραφήσουμε το τραγούδι live στο studio και πολύ γρήγορα. Για μένα ηχεί περισσότερο σαν τους Led Zeppelin της “Physical Graffiti” εποχής, παρά σαν Judas Priest, κάτι που έχει λογική αν λάβουμε υπ’ όψην τις ρίζες μας και το πως οραματιστήκαμε το κομμάτι.

Το “The Curse” είναι κάτι που ο Edward και γω γράψαμε πριν πάρα πολύ καιρό για το “Original Sin” album. Πιο πρόσφατα, τζαμάραμε στο studio μια μέρα και είπα: “Hey, ας δοκιμάσουμε και αυτό”. Όλοι μας απολαμβάναμε τον Οίνο της Δόξας, οπότε ο ενθουσιασμός ήταν μεγάλος και η ενέργειά μας απεριόριστη. Αρχικά, θέλαμε να κάνουμε κάτι που θα ήταν εκτός ελέγχου, γι’ αυτό και το τραγούδι επιταχύνει και απογειώνεται σαν πύραυλος στην Αφροδίτη και τον Άρη. Από την τρίτη στροφή τρέχει εξαγριωμένα προς το φινάλε του. Όπως και στο “To The Devil A Daughter” από την επανακυκλοφορία του “Noble Savage”, αυτό είναι κατά κάποιο τρόπο στο “thrash” mode. Είναι ένα στυλ που πάντα απολαμβάναμε.

Το “Breach Of Lease” είναι ένα τραγούδι από το συγκρότημα Bloodrock. Όταν μεγάλωνα, ήμουν μέγας οπαδός αυτής της μπάντας και πιστεύω απόλυτα πως ακόμα είναι απίθανοι. Κυκλοφόρησαν πολλά απίστευτα albums με πολλά στοιχειωτικά κομμάτια. Όποτε ηχογραφούμε μία διασκευή, η νοοτροπία μας είναι ποτέ να μην αντιγράφουμε την original εκτέλεση, αλλά να πάμε το τραγούδι σε άλλο επίπεδο. Η δική μας εκδοχή εδώ είναι αρκετά διαφορετική από τη δική τους. Πήρα πολλές ελευθερίες και με αυτό. Συνέθεσα μέχρι και νέο solo τομέα. Αυτό το τραγούδι είναι επικό και έχει να κάνει με το “τέλος του κόσμου”, κάτι που είναι πάντα ταιριαστό για ένα Virgin Steele album. Οι “αισχρές” εφτάχορδες και οχτάχορδες κιθάρες του Josh βρυχώνται εδώ, ενώ το solo του Edward είναι αστρικό.

Το “Another Nail In The Cross” είναι ένα νέο τραγούδι, το οποίο είναι μουσικά ευδιάθετο και εναλλακτικά σκοτεινό και ρομαντικό. Οι στίχοι μιλούν μεταφορικά και κυριολεκτικά σε διάφορα επίπεδα σχετικά με ποικίλα θέματα όπως τις δοκιμές του Odin στην αναζήτησή του για γνώση, τον πόνο του Διόνυσου, και τους θρήνους και την οδύνη μερικών άλλων νεκρών και αναστημένων “θεανθρώπων”.

Το “A Changelling Dawn”, η ακουστική version του “Noble Savage”, ήρθε όταν σκεφτόμουν τα bonus κομμάτια για την επανακυκλοφορία του “Noble Savage”, λίγους μήνες πριν. Είχα ξεκινήσει να το παίζω ύπο τη μορφή ενός piano solo, αλλά ακόμα δεν είχα αποκρυσταλλώσει το όλο πράγμα στο μυαλό μου. Επομένως, δεν ήταν ικανό να συμπεριληφθεί σε εκείνη τη συλλογή. Έπειτα από όλα αυτά είχα καταφέρει να βρω το δρόμο μου με αυτό και ως εκ τούτου, μπήκε στο “Age Of Consent”. Αυτή η εκδοχή είναι αρχικά διαφορετική από αυτήν που εμφανίστηκε στο “Noble Savage” album. Για μένα, αυτό δείχνει να έχει περισσότερο το “Visions Of Eden” ή “The Black Light Bacchanalia” συναίσθημα ή την ατμόσφαιρα. Είναι αρχοντικό και μεγαλοπρεπές, αλλά και αρκετά μελαγχολικό. Πολύς κόσμος μου είπε ότι “έχει την “ευγένεια” της original εκτέλεσης”, αλλά είναι πιο σκοτεινό και συγκινητικό.

Το “Under The Graveyard Moon” είναι άλλο ένα νέο κομμάτι που είχα συνθέσει σχετικά πρόσφατα. Είχα γράψει αρκετά ποιήματα και τα διάβαζα μία μέρα, όταν ξαφνικά κάτι με ενέπνευσε να τρέξω στο πιάνο, όπου η εισαγωγή μου εμφανίστηκε. Τα υπόλοιπα τελείωσαν σε χρόνο-ρεκόρ και συνελήφθησαν πολύ γρήγορα. Είναι σκοτεινό, ρομαντικό, αληθινό και χαρακτηρίζεται από ένα θαυμάσιο solo από τον Edward, ο οποίος μου λέει καθημερινά πως αυτό είναι ένα hit single. Αααααχχχχ…Μακάρι ο Δίας να φροντίσει να έχει δίκιο.

Το “Down By The River” είναι μία διασκευή. Είχε γραφτεί από το Neil Young. Το ξαναοραματίστηκα εδώ σαν ένα είδος διαστημικών, gothic blues. Έχει ένα είδος αγνού, βρώμικου rock συναισθήματος, το οποίο βρίσκω αρκετά ελκυστικό. Στιχουργικά μπορεί να ληφθεί ως ονομαστική αξία, ως ένας φόνος…’Η συχνά έρχεται στο μυαλό ως ωδή στην ηρωίνη.

Τώρα, θα σε πάω πίσω στο 1988. Πώς ήταν η metal σκηνή εκείνη την περίοδο;

Ήταν δυνατή και ζωηρή. Και ήμασταν ακριβώς στη μέση όλου αυτού, προσπαθώντας να κερδίσουμε προσοχή και να χαράξουμε το δικό μας ξεχωριστό μονοπάτι μέσα από αυτό. Δυστυχώς, εκείνη την εποχή ήμασταν αναγκασμένοι να έχουμε ένα manager που δεν είχε καμία ουσιαστική ιδέα για το τι να κάνει με μας.

Το 1986 κυκλοφορήσατε το “Noble Savage”, την πρώτη αναγνώριση της μπάντας, που σας έκανε περισσότερο γνωστούς στο metal κοινό. Όταν μπήκατε πάλι στο studio για να ηχογραφήσετε το “Age Of Consent”, ένιωσες καθόλου αγχωμένος; Θέλω να πω, σκέφτηκες ποτέ: “Άραγε, μπορούμε να κάνουμε ανάλογη επιτυχία;”

Στην αρχή δεν ήμουν αγχωμένος, αφού ήξερα ότι είχαμε δυνατό υλικό. Αλλά καθώς δουλεύαμε το album είχα τις ανησυχίες μου, βλέποντας ότι έπαιρνε πιο πολύ χρόνο απ’ ότι περίμενα και εκείνη τη στιγμή δεν ήμουν τελείως ικανοποιημένος με το τελικό προϊόν και τις μίξεις του album. Περάσαμε μέσα από κόλαση για να το φτιάξουμε, οπότε με το που τελειώσαμε είμασταν όλοι λιγάκι συντετριμμένοι. Λατρεύω το album πολύ περισσότερο τώρα, παρά τότε.

Το έτος 1988 βρήκε τη μουσική στην εμπορική της άνθηση. Ήταν δύσκολο για σένα να γράφεις υπέροχα επικά κομμάτια όπως τα “Perfect Mansions” και “Serpent’s Kiss”, σε μία εποχή που η Αμερική ζούσε μία μαζική “Bon Jovi” υστερία;

Τα 2 τραγούδια που ανέφερες είχαν γραφτεί βασικά γα την πρώτη επανακυκλοφορία του “Age Of Consent” το 1997. Αλλά ναι…Υπήρχε μία πίεση ώστε να προσαρμοστείς με ότιδήποτε έβγαινε στον αέρα εκείνη τη στιγμή, και δεν ήταν όλοι ευχαριστημένοι όταν εμφανιζόμουν στο προσκήνιο με κομμάτια όπως “The Burning Of Rome” και “Lion In Winter”. Όμως ήμουν σίγουρα χαρούμενος με αυτά τα 2 κομμάτια! Προσωπικά, ποτέ δεν με ενδιέφερε τόσο πολύ να γίνω υπερ-διάσημος, ή να γίνω ο αγαπημένος του μήνα. Απλά ήθελα να φτιάξω μουσική που αγαπάω και που πίστευα. Και αυτό ήταν πάντα που προσπαθούσα να κάνω.

Τότε, πολύς κόσμος είχε πει πως το κομμάτι “Tragedy” παραήταν AOR για τους Virgin Steele, δείχνοντας έτσι την προσπάθεια της μπάντας να δημιουργήσει ήχους πιο φιλικούς προς το ραδιόφωνο. Σήμερα, ποιά είναι η δική σου γνώμη για εκείνες τις δηλώσεις;

Όπως ανέφερα πριν, μου είχε ασκηθεί πολύ πίεση για να προσαρμοστώ ή έστω να αναγνωρίσω λίγο από αυτό που γινόταν στο mainstream εκείνη την εποχή. Η απάντησή μου ήταν ότι θα προσπαθούσα να γράψω κάποια πράγματα που θα ευχαριστούσαν αυτές τις “γκρινιάρες οικογένειες” μέσα στη μπάντα και το management, ενώ επίσης ήλπιζα πως θα δημιουργούσα και κάτι με το οποίο μπορούσα να συσχετιστώ. Οπότε έκανα τη μπαλάντα “Cry Forever” και το τραγούδι “On The Wings Of The Night”. Ήμουν χαρούμενος με αυτά τα 2 κομμάτια και δεν ένιωθα πως είχα ξεπουληθεί με αυτά, καθώς εξακολουθούσαν να είναι βαριά από συναισθηματικής πλευράς. Στην περίπτωση του “On The Wings Of The Night”, ακόμα είναι στιχουργικά ασαφές. Εννοώ πως, θα μπορούσε να αφορά βρυκόλακες ή ολική αποπλάνηση ή ό,τιδήποτε. Όσον αφορά το κομμάτι “Tragedy”, δεν ήταν το αγαπημένο μου τραγούδι του album. Αλλά όντως ένιωσα πως είχαμε κάνει ένα βήμα προς την κατεύθυνση που μερικοί ήθελαν να ακολουθήσουμε, χωρίς όμως να θυσιάσουμε όλα αυτά που πιστεύαμε. Αυτό το τραγούδι ακόμα έχει ωμά, παθιασμένα φωνητικά και ένα καυτό solo από τον Edward, ενώ συναισθηματικά ήταν πιο heavy από όλα αυτά τα radio-friendly τραγούδια που παίζονταν εκείνη την περίοδο. Επειδή έμεινα πιστός σε αυτό που πίστευα και ήμουν παθιασμένος με κομμάτια όπως το “Lion In Winter”, πήρα μία πολύ καλή κριτική. Μερικά άτομα από το συγκρότημα έλεγαν πράγματα όπως “o Dave δε θέλει να γίνει διάσημος”. Ήταν μία περίοδος με πολύ υπερένταση.

Το “Age Of Consent” πήρε 8 μήνες για να ολοκληρωθεί, ενώ το “Noble Savage” ηχογραφήθηκε σε μόλις λίγες βδομάδες. Τί είχε προκύψει κατά τις ηχογραφήσεις;

Παράνοια! Ηχογραφούσαμε όλη μέρα και όλη νύχτα. Μετά συναντιόμασταν το επόμενο πρωί και σβήναμε τα πάντα. Αυτό συνεχίστηκε για πολλούς μήνες. Ο μηχανικός μας είχε όλους μέσα στα νεύρα και την υπερένταση. Έτσι γίναμε υπερβολικά αυστηροί με τον εαυτό μας.

Παρόλο που το album περιείχε μερικά από τα καλύτερα κομμάτια που έχετε γράψει, ωστόσο η κακή διανομή από τη μικρή εταιρεία σας, είχε ως αποτέλεσμα χαμηλές πωλήσεις. Είχες απογοητευτεί καθόλου από αυτό το γεγονός;

Όντως! Μετά από όλη αυτή τη σκληρή δουλειά, να μην έχει συμβεί απολύτως τίποτα και να μην έχουμε δει καν το εξώφυλλο πριν βγει στην αγορά. Ήταν πολύ απογοητευτικό.

Σχεδόν μετά την κυκλοφορία του “Age Of Consent” φημολογείται ότι οι Virgin Steele είχαν διαλυθεί ανεπίσημα, λόγω νομικών και οικονομικών καθυστερήσεων. Αλήθεια, τί συνέβη τελικά; Ήταν πρόβλημα για τη μπάντα;

Ποτέ δε διαλυθήκαμε. Δεν ξέρω ποιος στο είπε αυτό. Παραμείναμε μαζί παίζοντας live shows, ζώντας τις ζωές μας, γράφοντας τραγούδια, κάνοντας πρόβες και ξεκαθαρίζαμε…ή μάλλον ξεφορτωνόμασταν το management, ενώ συνεχίζαμε να ηχογραφούμε όποτε αυτό ήταν δυνατόν. Απλά διατηρούσαμε ένα χαμηλό προφίλ. Αλλά η μπάντα εξακολουθούσε να υπάρχει. Επιπλέον, έπρεπε να βρούμε ένα καινούργιο label. Όλα αυτά πήραν κάποιο χρόνο. Καθώς συνεχιζόταν όλο αυτό, ξεκινήσαμε να ξεσκάβουμε τις πρώιμες bluesy ρίζες μας, και αρχίσαμε να χτίζουμε τα θεμέλια για αυτό που αργότερα έγινε το album που αυτή τη στιγμή είμαι στη διαδικασία επανέκδοσης, το “Life Among The Ruins”.

Τί σε ενέπνευσε περισσότερο στο γράψιμο των κομματιών;

Όσον αφορά το “Age Of Consent” album, άντλησα έμπνευση από της εμπειρίες της ζωής μου, και κατά τη διάρκεια που ηχογραφούσα τα original κομμάτια του δίσκου, ξόδευα πάρα πολύ χρόνο στις οδούς και τις παραλίες του Νησιού μας, παρακολουθώντας την αλληλεπίδραση ήλιου και άμμου, θάλασσας και ουρανού. Εκείνες οι μέρες ήταν πολύ τρελές, μεθυστικές, ατελείωτα νέες και συνεχώς μεταβαλλόμενες, και το συγκρότημα και εγώ προσπαθούσαμε να περισυλλέξουμε όση Ζωή και όσες εμπειρίες μπορούσαμε. Ήθελα το album να αντικατοπτρίζει το τι ζούσαμε, και η ελπίδα μου ήταν να μπορέσουμε να απεικονίσουμε την ουσία της νιότης, της ζωής, της ενέργειας και της ομορφιάς, όπως επίσης και το ότι ο χρόνος και μπορεί να παίζει ρόλο σε όλα αυτά, και το αναπόφευκτο τέλος που είναι το αποτέλεσμα της γήρανσης και του Θανάτου. Η επιθυμία μου και ο σκοπός μου ήταν να προσπαθήσω να αιχμαλωτίσω το φευγαλέο Πνεύμα της Αθανασίας και την έννοια ότι “ο κόσμος είναι δικός μας για μία εποχή”.

Η ελληνική μυθολογία πάντοτε αποτελούσε ένα σπουδαίο παράγοντα στους στίχους των Virgin Steele. Γιατί είσαι τόσο “τρελός” για τους αρχαίους συγγραφείς μας; Υπάρχει κάποιος ξεχωριστός δεσμός ανάμεσα στο David DeFeis και την Ελλάδα;

Ναι, έτσι πιστεύω. Μεγάλωσα με αυτούς τους μύθους και την ξεχωριστή κουλτούρα της Ελλάδας. Ο πατέρας μου ήταν και ακόμα είναι σκηνοθέτης, παραγωγός και ηθοποιός στο θέατρο. Και μεγάλωσα μέσα στα shows του. Έχει κάνει Ευριπίδη, Αισχύλο, κ.ά. Ήταν όλα τόσο συναρπαστικά για μένα και, αφού είχα παρακολουθήσει τα shows, εμπνεύστηκα και άρχισα να μελετάω αυτές τις δουλειές και τους διάφορους μύθους από μόνος μου.

Πολλές μπάντες ανακοινώνουν τελευταία albums, τελευταίες περιοδείες και άλλα πράγματα που αφορούν το “κλείσιμο της καριέρας τους”, αλλά μερικά χρόνια μετά τους βλέπουμε να επανενώνονται. Συμφωνείς με το να γίνεται κάτι τέτοιο, ή όταν μία μπάντα λέει “τέλος”, τότε τελείωσε;

Δε μπορώ να πω τι πρέπει ή τι δεν πρέπει να κάνει μία μπάντα. Ο καθένας πράττει με κίνητρα από διαφορετικούς λόγους. Κάποιοι είναι καλλιτεχνικοί, κάποιοι οικονομικοί. Άρα ο καθένας πρέπει να αποφασίζει τη δική του πορεία. Μερικές φορές, τα συγκροτήματα ειλικρινά νιώθουν πως έχουν “τελειώσει”, όμως μετά η έμπνευσή τους επανέρχεται και συνεχίζουν ξανά.

Τον περασμένο Νοέμβριο είδαμε ξανά τους Virgin Steele live έπειτα από 7 χρόνια, αν θυμάμαι καλά. Ποιές είναι οι αναμνήσεις από την τελευταία σου επίσκεψη;

Μαγεία. Απλή και αγνή μαγεία. Ήταν ένα απίθανο βράδυ για όλους μας. Λατρέψαμε την κάθε στιγμή του!

Ποιά είναι τα μελλοντικά σας σχέδια; Έχετε καθόλου νεο υλικό έτοιμο για το διάδοχο του “The Black Light Bacchanalia”;

Ναι. Γράφω όλη την ώρα, οπότε για την ακρίβεια υπάρχουν άλλα 3 albums σε διάφορες φάσεις συνθετικής και προηχογραφημένης μορφής.

David, μία τελευταία ερώτηση. Μετά από όλα αυτά τα χρόνια, τελικά τί είναι οι Virgin Steele για σένα; Είναι απλά μία μπάντα, ή κάτι παραπάνω από αυτό;

Πάντα ήταν ένας “τρόπος ζωής”, ένας τρόπος για μένα να υπάρχω. Δεν το αντιμετώπισα ποτέ σαν “καριέρα” ή σαν δουλειά. Ήταν πάντα ένα κάλεσμα ή αν θες, μία αποστολή.

Λοιπόν David, αυτό ήταν όλο! Σε ευχαριστώ πάρα πολύ για το χρόνο που διέθεσες. Οι τελευταίες λέξεις είναι δικές σου.

Ευχαρίστησή μου. Απόλαυσα τις ερωτήσεις σου. (σ.σ. με άπταιστα ελληνικά) “Ευχαριστώ πολύ!” Ευχαριστώ όλους τους Έλληνες οπαδούς μας για όλη αυτή την απίστευτη υποστήριξη ανά τα χρόνια, και ανυπομονώ να σας επισκεφθώ όλους ξανά…και πολύ σύντομα! Hail, Cheers & By The Hammer Of Zeus, David DeFeis!

Χάρης Μπελαδάκης

www.virgin-steele.com

Band

David DeFeis – φωνητικά, μπάσο, keyboards

Edward Pursino – κιθάρες

Josh Block – κιθάρες, μπάσο

Frank Gilchriest – τύμπανα

Discography

Virgin Steele, 1982

Guardians Of The Flame, 1983

Noble Savage, 1986

Age Of Consent, 1988

Life Among The Ruins, 1993

The Marriage Of Heaven & Hell Part I, 1994

The Marriage Of Heaven & Hell Part II, 1995

Invictus, 1998

The House Of Atreus Act I, 1999

The House Of Atreus Act II, 2000

Visions Of Eden, 2006

The Black Light Bacchanalia, 2011

Greekrebels Banner 07052021-728×90 - 728|90|Greekrebels Banner 07052021-728×90||https://www.greekrebels.gr/epikoinonia/|bothnano designs 728×90 - 728|90|nano designs 728×90||https://www.facebook.com/Nanodesignart/|bothRodStudios_728x90 - 728|90|RodStudios_728x90|||bothwhale_728x90 - 728|90|whale_728x90|||bothhaursen2 - 728|90|haursen2||https://www.facebook.com/HaursensGuitarWorkshop/|both
20000
110

Related posts

Leave a Comment

Leave a review

X