Girish And The Chronicles – Rock The Highway (Lions Pride)

Να και μια πάντα από την Ινδία, κάτι που δεν φτάνει συχνά στα αυτιά μου. Οι Girish And The Chronicles υπάρχουν στη σκηνή από το 2009 και αυτό είναι μόλις το δεύτερο album τους, μετά το Back On Earth το 2014, ενώ για ένα διάστημα είχαν μετακομίσει στο…Χονγκ Κονγκ για συναυλίες σε μικρά μαγαζιά.

Από το συνοδευτικό Δελτίο Τύπου διαβάζω ότι έχουν παίξει στη χώρα τους μαζί με τους Hoobastank (ίου), Poets Of The Fall, TesseracT και…Destruction. Κάτι τέτοιο είναι η αλήθεια, εγείρει κάποια ερωτήματα αφού μιλάμε για μπάντες με εντελώς διαφορετικό στυλ, τόσο μεταξύ τους όσο και από τους Girish And The Chronicles. Άρα, είτε δεν υπήρχαν καλύτεροι γι’ αυτή τη θέση, είτε έχουν τα…μέσα όπως κάποιοι δικοί μας εδώ που τους τρώμε στη μάπα σε πολλές συναυλίες μόνο και μόνο επειδή ξέρουν τα κατάλληλα άτομα.

Εύλογη απορία μεν, πέραν αυτού όμως το Rock The Highway μπορώ να πω ότι με εξέπληξε ευχάριστα. Από το πρώτο riff του ομώνυμο εναρκτήριου κομματιού φάνηκε ότι εδώ παίζει κάτι πολύ καλό. Τα παλικάρια παίζουν hard rock και μάλιστα το κάνουν με πολύ πειστικό τρόπο. Πολύ πιο πειστικό από το σχετικά καλό ντεμπούτο τους, αφού εδώ μοιάζουν με εντελώς άλλο συγκρότημα.

Επιτέλους μία μπάντα η οποία πραγματικά αξίζει να θεωρείται εκπρόσωπος της νεότερης hard rock σκηνής. Riffs δυναμίτες, στιβαρό μπάσο, ογκώδη drums και εξαιρετικά φωνητικά από τον κιθαρίστα/τραγουδιστή Girish Pradhan. Η ένταση, το γρέζι και το πάθος που βγάζει φέρνουν κατά πολύ στο νου τεράστιες φωνές σαν τους David Coverdale, Steven Tyler και Sebastian Bach.

Η δουλειά που έχει γίνει είναι γενικά φοβερή, είτε μιλάμε για τις συνθέσεις, είτε για την απόδοση των μουσικών, είτε για την πολύ δυνατή παραγωγή που κάνει αυτό το album να ακούγεται σαν ένας δυναμίτης που ήταν ξεχασμένος κάπου σαν 80s και βγήκε τώρα στην επιφάνεια. Δε χρειάζεται να αναφέρω συγκροτήματα για να καταλάβετε, εδώ θα βρείτε στοιχεία από πολλές κλασικές μπάντες του hard rock ήχου και μία μικρή προέκταση προς το heavy metal σε λίγα σημεία. Όλες αυτές οι επιρροές βοηθάνε επίσης στο να μην ακούγεται ίδια η κάθε σύνθεση, αλλά να υπάρχει αρκετή ποικιλία.

Μοναδικό μειονέκτημα και μεγάλο μάλιστα, το οποίο ρίχνει και τη βαθμολογία, είναι η διάρκεια. Τα δώδεκα τραγούδια του διαρκούν μία ώρα, με κάποια από αυτά να ξεπερνάνε τα εφτά λεπτά. Δεν κουράζει βέβαια, αλλά θα μπορούσε να είναι μικρότερο αφού υπάρχουν και δυο-τρία filler-άκια. Εν κατακλείδι, οι οπαδοί του κλασικού hard rock ακούστε οπωσδήποτε αυτό το album και δε θα χάσετε. Ελπίζω τα παιδιά να κάνουν την επιτυχία που τους αξίζει.

7,5/10
Γιώργος Τερζάκης
geo.terzakis@gmail.com

Σχετικές δημοσιεύσεις

Phil Campbell And The Bastard Sons – Kings Of The Asylum (Nuclear Blast)

Mercenary – Soundtrack For The End Times (NoiseArt)

Lancer – Tempest (Fireflash)