Nightshadow – Strike Them Dead (Self-Financed)

Ντεμπούτο κυκλοφορία έχουμε εδώ από το πενταμελές σχήμα των Nightshadow από το San Diego των Η.Π.Α., οι οποίοι αρέσκονται στο να παίζουν ένα υβρίδιο μεταξύ power, speed και thrash metal, παράλληλα δεν λείπουν και κάποιες death metal στιγμές για να προσδώσουν και το μοντέρνο στον ήχο τους ενώ εντοπίζονται και κάποιες πιο 80s heavy metal καταβολές. Το Δελτίο Τύπου αναγράφει πως ενδείκνυται για τους οπαδούς σχημάτων όπως Stratovarius, Hammerfall, Gamma Ray, Helloween, Iron Maiden, όπου μόνο με τους τελευταίους μπορούν να έχουν σχέση και αυτό λόγω των δισολιών που ακούγονται. Θα σας έλεγα πως αν είστε λάτρεις τύπου πρώιμων Unleash The Archers, DragonForce, 3 Inches Of Blood και Into Eternity, μπορείτε να έχετε μια εικόνα για το τι μπορείτε να περιμένετε.

Ο δίσκος ξεκινά με το “Legend”, ένα speed/power metal κομμάτι το οποίο σε πιάνει εξ’ απήνης για να έρθει το “Witch Queen”, το οποίο μου έφερε στο μυαλό τους Galloglass και τους πρώιμους Unleash The Archers (τι έλεγα παραπάνω;). Ακολουθεί το “Ripper”, το οποίο είναι το πρώτο lyric video που εξέδωσε η μπάντα. Ξέφρενοι ρυθμοί και solos κερδίζουν έδαφος σε συνδυασμό με τα «σχιστά» φωνητικά του τραγουδιστή. Εν συνεχεία έρχεται το “Love & Vengeance”, το πρώτο εκ των τριών επτάλεπτων κομματιών του δίσκου. Ξεκινά με μια ήρεμη εισαγωγή και μετά όλα παίρνουν φωτιά. Δεν σταματάς να χτυπιέσαι στον φρενήρη ρυθμό των τυμπάνων. Σε αυτό το σημείο πρέπει να πω πως λόγω του Sean Woodman, τα τύμπανα έχουν πάρει φωτιά! Απίστευτος drummer και τυχερή η μπάντα που τον έχει στις τάξεις της.

Τα ακόλουθα δύο κομμάτια είναι παρμένα μέσα από τον κλασσικό US heavy/power metal, με το “Children Of The Night” να συναντά το ύφος των Crimson Glory ενώ το “False Truths”, η δεύτερη επτάλεπτη σύνθεση του δίσκου, η οποία σε σχέση με το “Love & Vengeance” κερδίζει έδαφος μόνο με το sing-along lead στις κιθάρες που συναντάμε μέσα σε αυτό. Διαφορετικά δεν είναι κάτι ιδιαίτερο. Στο ομώνυμο κομμάτι του δίσκου, το “Strike Them Dead”, ανακαλύπτουμε μια speed εκδοχή των Running Wild της Masquerade(1995) εποχής μουσικά, με δικό τους όμως τρόπο ερμηνείας στα φωνητικά.

Προς το τέλος έρχεται αρχικά το Blood Penance, το οποίο και αυτό εφάπτεται στις κλασικές speed/power metal φόρμες, ενώ παράλληλα thrash-ίζει προς το τέλος. Η αλήθεια είναι ότι έχει αρχίσει και κουράζει πλέον το όλο αποτέλεσμα. Ευτυχώς που το “Storm Bringer” με τα power chords στα κουπλέ διαφοροποιούν προς στιγμή το κομμάτι σε σχέση με τα άλλα. Ο δίσκος κλείνει με το “Mistress Of The Pit, επίσης με το τρίτο επτάλεπτο κομμάτι, το οποίο εμένα προσωπικά δεν με άγγιξε καθόλου, που το ιντερλούδιο προς το τέλος με ακουστικές κιθάρες ήταν ευχάριστη έκπληξη, όπως και τα death metal παιξίματα σε αυτό.

Σε αυτό που θα σταθώ είναι η παραγωγή του δίσκου. Ο ήχος της παραγωγής, που δημιούργησε ο J-F Dagenais, είναι σχεδόν αξιοπρεπής, αν και δεν διαθέτει τη στιλβωτική ουσία των πιο πρόσφατων δίσκων του χώρου. Μπορεί κανείς να πει ότι ίσως είναι και επίτηδες αυτό. Στα δικά μου αυτιά τουλάχιστον ηχεί σαν δίσκους που ακούγαμε στα μέσα της δεκαετίας του ’80 τύπου Walls Of Jericho”, “Battalions Of Fearκαι Gates To Purgatory. Δεν το λες και πολύ καλό αυτό εν έτει 2021. Οπότε συνιστώ άμεση δουλειά σε επερχόμενη κυκλοφορία. Τέλος, το όμορφο εξώφυλλο είναι δουλειά του Felipe Machado Franco (Blind Guardian, Iced Earth, Lords Of Black). Σε γενικές γραμμές μια αρκετά καλή δουλειά που θα σας πρότεινα να την ακούσετε.

7,5/10
Νίκος Σιγλίδης
nicklasinferno@gmail.com

Σχετικές δημοσιεύσεις

Phil Campbell And The Bastard Sons – Kings Of The Asylum (Nuclear Blast)

Mercenary – Soundtrack For The End Times (NoiseArt)

Lancer – Tempest (Fireflash)