Oslo Tapes – ØR (Pelagic)

Σύμφωνα με την εταιρεία, ØR στα νορβηγικά σημαίνει ζαλιστικό και συγχυσμένο και προσπαθούσαν στο Δελτίο Τύπου να τα συνδέσουν ως επίθετα τα οποία χαρακτηρίζουν τη μουσική του άλμπουμ. Δε διευκρίνισαν όμως αν τα εννοούσαν με την καλή ή με την κακή έννοια, γιατί σαν επίθετα και τα δύο έχουν διττή έννοια και ακροβατούν μεταξύ καλής και κακής περιγραφής. Φαινομενικά, θεωρώ πως προσπαθούσαν να περιγράψουν το χάος και το εύρος το οποίο περιβάλλει το avant-rock των Νορβηγών, μόνο που στα δικά μου αυτιά η ζάλη και η σύγχυση δεν είχαν την ευτυχή κατάληξη που ήθελε η εταιρεία να παρουσιάσει.

Κι αυτό γιατί το τρίτο album των Νορβηγών όντως ζαλίζει αλλά με την κακή έννοια. Ο δίσκος καταλήγει να είναι αχταρμάς, που σημαίνει ότι οι επιρροές που έχει προσθέσει το συγκρότημα δεν έχουν «χωνευτεί» και ανακατευτεί σωστά, με το αποτέλεσμα να είναι, χμ, ζαλιστικό. ΟΚ, αυτό δε συμβαίνει σε κάθε δευτερόλεπτο του δίσκου και όταν το συγκρότημα έχει μια ξεκάθαρη κατεύθυνση, όπως για παράδειγμα στο Zenith”, το αποτέλεσμα είναι μεθυστικό. Δυστυχώς όμως, το συγκεκριμένο κομμάτι, άντε και κάνα δύο ακόμα, είναι η εξαίρεση, καθώς τα υπόλοιπα δείχνουν μεν τις ικανότητες και το προοπτική του συγκροτήματος, όμως ακούγονται σαν ένα αποτυχημένο πείραμα.

Και, ΟΚ, το avant-rock είναι από μόνο του δύστροπο και ιδιαίτερο, όμως, διάολε, είστε στο τρίτο album σας πλέον, υποτίθεται ότι θα έπρεπε να έχετε τελειοποιήσει το μίγμα μεταξύ avant-rock, post-rock, shoegaze και kraut. Έχουν περάσει τόσα χρόνια στα οποία άλλα σχήματα το έχουν τελειοποιήσει και έχουν καταφέρει να αποκτήσουν μεγάλο status, γιατί το κάνετε να φαίνεται τόσο δύσκολο ενώ δεν είναι; Το δείχνετε και μόνοι σας σε ορισμένα σημεία του δίσκου εξάλλου.

Φαίνεται ότι η εξαετής αποχή τους έκανε κακό. Αν θα μπορούσα να κάνω μια παρομοίωση για να καταλάβετε πόσο ανέτοιμο φαίνεται το μισό υλικό, θα το παρομοίαζα με μια σάλτσα στην οποία έχουν ανακατευτεί μόνο τα μισά από τα υλικά της και σερβιρίστηκε σχεδόν άψητη. Το υλικό είχε την προοπτική να βγει πολύ υψηλής ποιότητας αλλά είτε λόγω βιασύνης είτε λόγω προχειρότητας κάτι πήγε πολύ στραβά και χάλασε την ποιότητα του δίσκου. Το αποτέλεσμα είναι ότι κάποια τραγούδια είναι κομματάρες και κάποια άλλα fillers. Έτσι όμως δεν κάνεις δουλειά. Μη βιάζεστε να σπρώξετε το υλικό σας όταν αυτό δεν είναι τελείως έτοιμο, καλύτερα να καθυστερήσει αλλά να αξίζει ο κόπος παρά να δίνετε κάτι που φαίνεται ότι ακόμα δεν είναι καν ολοκληρωμένο.

5/10
Σταύρος Πισσάνος
stavrospissanos@yahoo.com

Σχετικές δημοσιεύσεις

Phil Campbell And The Bastard Sons – Kings Of The Asylum (Nuclear Blast)

Mercenary – Soundtrack For The End Times (NoiseArt)

Lancer – Tempest (Fireflash)