Trivium – In The Court Of The Dragon (Roadrunner)

Option A

Αμφιβάλλω αν οι Trivium έχουν βγάλει κακό album. Τόσα χρόνια κυκλοφορούν τη μια απίστευτη δουλειά μετά την άλλη και είμαι σίγουρος ότι και το In The Court Of The Dragonδεν αποτελεί εξαίρεση. Η ομάδα παραμένει σταθερή εδώ και αρκετά χρόνια και κάθε album είναι και καλύτερο. Ας δούμε λοιπόν το τι διαδέχεται το What The Dead Men Say.

Ξεκινάμε με το χτίσιμο του X”  για να μπούμε στο ομότιτλο του δίσκου. Εδώ έχουμε ένα πολύ κλασικό Trivium κομμάτι από τις εποχές του Ascendancy και του The Crusade. Από τα πιο επιθετικά κουπλέ, στο ρεφραίν με τα blast beats, οι Trivium έκαναν μια απίθανη μίξη της παλιάς και της νέας εποχής τους. Τα πανέμορφα solos και το half time στο τελευταίο ρεφραίν είναι ιδανικός τρόπος για να κλείσει. Μας έχετε ζαλίσει με το Shogun. Ναι, είναι δισκάρα (όχι σαν το The Sin And The Sentence). Οπότε πάρτε το τεράστιο, το τιτανομέγιστο Like A Sword Over Damocles. Είναι σαν να πήραν την επιθετικότητα και την «επικίλα» του Shogunκαι να την έβαλαν σε ένα κομμάτι. Το ρεφραίν πραγματικά δεν χορταίνεις να το ακούς, είναι τεράστιο, οι lead κιθάρες είναι φανταστικές και ο Alex στα τύμπανα μας θυμίζει γιατί είναι ένας από τους καλύτερους drummers αυτή τη στιγμή.

Ακολουθεί το Feast Of Fire, το οποίο πρέπει να είχε γραφτεί για το The Sin And The Sentence. Το groovy riff, η lead στο ρεφραίν και τα ήρεμα κουπλέ βγάζουν τελείως τον παλμό αυτού του album. Και τώρα περνάμε πάλι σε πιο παλιό ήχο των Trivium. Στην εποχή μεταξύ Shogun και In Waves. Το πιο ιδιαίτερο στο A Crisis Of Revelation, πρέπει να είναι το μπάσο. Οι μπασογραμμές αλλά και τα lead σημεία που έχει είναι μοναδικά και ταιριάζουν τέλεια με την επιθετικότητά του. Ήρθε η ώρα να περάσουμε στη νέα εποχή της μπάντας. Το “The Shadow Of The Abattoir” βγάζει έναν νέο αέρα. Μας δείχνει μια πιο περίπλοκη δομή, μια μεγαλύτερη ποικιλομορφία με την εκτενέστερη χρήση καθαρών φωνητικών από τον Matt. Είναι το δεύτερο μεγαλύτερο του album αλλά δεν θα με χάλαγε η διάρκειά του να πέρναγε τα επτά λεπτά. Το κομμάτι τα έχει όλα. Πιο γρήγορα και επιθετικά σημεία, αλλά και ήρεμα ακουστικά στοιχεία.

Συνεχίζουμε με το άκρως groove-άτο No Way Back Just Through. Φωνάζει από τις πρώτες νότες Vengeance Falls. Δεν θα πω κάτι. Απλά ακούστε τις lead στο ρεφραίν και το πώς έρχονται σε αντίθεση με το πιο old-school βασικό riff. Ένα υπέροχο πάντρεμα μοντέρνου και παλιού ήχου. Για το Fall Into Your Handsδεν ξέρω πως νιώθω. Δεν είναι ότι έχει κάτι για να μη μου αρέσει. Απλά δεν μου έκατσε τόσο καλά όσο τα άλλα. Επιστρέφουμε στον νέο ήχο της μπάντας με το From Dawn To Decadence. Αυτά τα ρεφραίν, αχ αυτά τα ρεφραίν. Είναι τρομερά πιασάρικα και έρχονται σε τέλεια αντίθεση με την επιθετικότητα του τραγουδιού. Και ήρθε η ώρα. Το The Phalanx είναι κατά πάσα πιθανότητα το καλύτερο του δίσκου. Από το απίστευτα groovy riff, τις τρομερές ενορχηστρώσεις και το απίθανο prechorus μέχρι το ρεφραίν, οι Trivium έβγαλαν ένα από τα καλύτερα κομμάτια της χρονιάς.

Το In The Court Of The Dragon είναι ένα διαμάντι στη δισκογραφία των Trivium. Το συγκρότημα δείχνει ότι έχει μεγαλώσει ακόμα περισσότερο και μπορεί να διαλέγει επιδέξια όπλα από τη φαρέτρα του ανάλογα με το κομμάτι. Σίγουρα ένα από τα album της χρονιάς και σίγουρα θα παίζει στην επανάληψη για πολύ καιρό.

9/10
Θανάσης Γκότοβος
chuckthanoz@gmail.com

Option B

Η αλήθεια είναι πως είχα ποτέ μεγάλη επαφή με τους Trivium. Μία άλλη αλήθεια επίσης είναι ότι δεν υπήρξα ποτέ φίλος της μπάντας, ούτε στις αρχές της όπου όλοι μιλούσαν για αυτούς με διθυραμβικά λόγια. Αντιθέτως, απορούσα προς τι όλος αυτός ο ντόρος, καθότι πραγματικά δεν τους θεώρησα ποτέ κάτι τόσο ιδιαίτερο και μέχρι σήμερα εξακολουθώ να πιστεύω το ίδιο. Και να που τελικά βρίσκω τον εαυτό μου να γράφει την κριτική του δέκατου πλέον δίσκου τους.

Ένα χρόνο μετά την τελευταία τους δουλειά, “What The Dead Men Say”, οι Trivium επιστρέφουν δισκογραφικά με το “In The Court Of The Dragon”. Ηχογραφημένο στην Φλόριντα με τον Josh Wilbur να αναλαμβάνει την παραγωγή, ο δέκατος δίσκος της μπάντας παρουσιάζει ένα υπερπαραγωγικό σχήμα. Δεν γνωρίζω το κατά πόσο αυτό το album θεωρείται από τα καλύτερα της καριέρας τους ή το πως στέκεται συγκριτικά με παλαιότερες δουλειές τους, πάντως αυτό που νομίζω γίνεται ξεκάθαρο στο “In The Court Of The Dragon” είναι πως γνωρίζουν πάρα πολύ καλά το πως να αξιοποιήσουν σωστά τα δυνατά στοιχεία τόσο της μουσικής τους όσο και του καθένα τους ξεχωριστά, παρουσιάζοντας ένα πολύ μεστό κράμα τις πιο «μοντέρνας» metalcore σκηνής, του thrash και των πολύ ισορροπημένων death στοιχείων του ήχου τους με ισοπεδωτικά beatdowns και μικρά αλλά απολαυστικά ξεσπάσματα blast beats.

Το album περιλαμβάνει δέκα συνθέσεις, με τις ταχύτητες να ποικίλουν όσο και οι εναλλαγές από απόλυτο thrash ξυλοκόπημα, σε πολύ ωραίες και ουσιώδης μελωδίες και τεχνική επίδειξη σε death metal φόρμες. Κομμάτια έξυπνα, στημένα με τρόπο που να μπορούν να δείξουν και να αξιοποιήσουν την τεχνική κατάρτιση της μπάντας, ταυτόχρονα όμως επιτρέποντάς τους να ξεδιπλώσουν την πιο «μουσική» τους πλευρά με ουσιαστικές συνθέσεις που έχουν αρχή, μέση και τέλος. Εξαίρετο drumming, απαιτητικό μεν αλλά με κρυμμένα «δωράκια» για όσους αρέσκονται στο να ακούν προσεκτικά και να παρατηρούν. Πάρα πολύ ωραία κιθαριστική δουλειά από το δίδυμο Matt Heafy/Corey Beaulieu, σφιχτά riffs που τιμούν όλες τους τις μουσικές επιρροές, μικρές κιθαριστικές μελωδίες που πληρούν απόλυτος όλα τα cliches του είδους αλλά καταφέρνουν να ακούγονται ευχάριστα, ενώ τα solos παρουσιάζουν μία κατά την δική μου άποψη πολύ φρέσκια ματιά στην παλαιομοδίτικη thrash σκηνή. Εξαιρετικός επίσης και πίσω από το μικρόφωνο ο Matt Heafy. Άριστη φωνή που ξέρει πολύ καλά να χρησιμοποιεί και να αξιοποιεί τόσα τα brutal/scream φωνητικά του, όσο και τα μελωδικά και καθαρά. Τα δε καθαρά του φωνητικά, φέρνουν πάρα πολύ έντονα στο μυαλό τις καλύτερες εκφάνσεις του Corey Taylor των Slipknot. Πραγματικά αν ποτέ προκύψει ανάγκη, μου κάνει μονόδρομο η επιλογή του.

Περιεκτικότατες οι μελωδίες στην τελευταία κατηγορία, με μεγάλα και ευκολομνημόνευτα ρεφρέν και ερμηνείες. Στο ζύγι βέβαια, η προσωπική μου εκτίμηση είναι πως σε αυτό το κομμάτι, των φωνητικών μελωδιών δηλαδή, τα brutal στον συγκεκριμένο δίσκο τουλάχιστον υστερούν λίγο σε σχέση με τα καθαρότερα. Στα δικά μου αυτιά τουλάχιστον ηχούν λίγο πιο εκ του ασφαλούς και «τετραγωνισμένα» κατά κάποιο τρόπο. Βέβαια, πρέπει πάντα να θυμόμαστε πως αυτός είναι ο δέκατος δίσκος της μπάντας, ο όποιος κορεσμός είναι αναμενόμενος και άκρως δικαιολογημένος. Στο θέμα των συνθέσεων, προσωπικά ξεχώρισα για όλους τους παραπάνω λόγους τα “Feast Of Fire”, “A Crisis Of Revelations”, “From Dawn To Decadence” και “Phalanx”. Η δε παραγωγή είναι κάτι παραπάνω από εξαιρετική και υποδειγματική. Σίγουρα μία από τις καλύτερες κυκλοφορίες του είδους για φέτος.

8/10
Κωνσταντίνος Μάρης
constantinemaris@gmail.com

Σχετικές δημοσιεύσεις

Phil Campbell And The Bastard Sons – Kings Of The Asylum (Nuclear Blast)

Mercenary – Soundtrack For The End Times (NoiseArt)

Lancer – Tempest (Fireflash)