Οι Λονδρέζοι De Profundis, είναι μια συνεχώς μεταλλασσόμενη και εξελισσόμενη μπάντα, χαρακτηρισμοί που δικαιολογούνται από την εξέταση της μέχρι τώρα πορείας τους. Το μέτριο δισκογραφικό τους ντεμπούτο του 2007 ανήκει στον χώρο του doom, στη συνέχεια βελτιώθηκαν αρκετά και κινήθηκαν στον χώρο του progressive black, για να καταλήξουν στην τελευταία ολοκληρωμένη δουλειά τους, το “The Emptiness Within” του 2012, όπου πέρα από το black metal, παίρνουν διάσπαρτα στοιχεία απ’ όλο το φάσμα της ακραίας σκηνής δημιουργώντας ένα αρκετά καλό extreme metal δισκάκι. Με το νέο EP τους, “Frequencies”, δείχνουν να έχουν κατασταλάξει πλέον στο μουσικό στυλ που τους βγαίνει καλύτερα. Τρία νέα τραγούδια και μια διασκευή συνολικής διάρκειας είκοσι λεπτών περίπου, περιέχονται στο δισκάκι, αρκετά ικανοποιητική ποσότητα κατά τη γνώμη μου. Το “A Strange Awakening” με το οποίο ξεκινάει ο δίσκος, θα το περιέγραφα ως έντονα επηρεασμένο από Opeth της περιόδου 2001-2005, από το οποίο όμως απουσιάζουν παντελώς τα αργά, ακουστικά και ατμοσφαιρικά μέρη, δηλαδή έχουν αποστραγγιχτεί τα πιο «σκληρά» μέρη. Στο “Illumination” οι ταχύτητες αυξάνονται κάπως, το γενικό μοτίβο είναι όπως και στο προηγούμενο τραγούδι με μια δόση melodeath σε ορισμένα σημεία. Το θέμα είναι ότι με το που ανεβαίνουν οι ταχύτητες και ακούγονται περισσότερες μπότες, ο ήχος φαίνεται να χαλάει αρκετά, να είναι πολύ πιο αδύναμος απ’ ότι πρέπει και τόσο μουντός ώστε τα τραγούδια να χάνουν την απαραίτητη extreme αιχμή τους. Περισσότερα thrash στοιχεία έχει το τρίτο τους κομμάτι “Singularity”, μόνο στην αρχή όμως, αφού από τη μέση και μετά ξεδιπλώνεται η progressive πλευρά της μπάντας. Σωστή η φωνή-βόρβορος που καταφέρνει να έχει μια μικρή αναγνωρισιμότητα μετά από μερικές ακροάσεις, μπάσο-τύμπανα κάνουν όλη τη βρώμικη δουλειά για την μπάντα και οι κιθάρες, αν και έχουν ωραίες ιδέες, αδικούνται από τον μέτριο ήχο τους. Αν και πρόκειται για EP, έχουν φροντίσει να συνοδέψουν τη μουσική τους από ένα πολύ όμορφο εξώφυλλο, αν και είναι λίγο αταίριαστο με το μουσικό ύφος της μπάντας, ή τουλάχιστον με τα εξώφυλλα στα οποία μας έχουν συνηθίσει οι extreme metal μπάντες. Όσο αφορά την επιλογή του θεϊκού “Crystal Mountain” των υπέρτατων Death ως διασκευή, ήταν τουλάχιστον ατυχής. Χάνει σε όλα τα επίπεδα συγκρινόμενο με το αυθεντικό: κατώτερος ήχος, παικτικά λάθη, ανούσιες προσθήκες. Λίγο περισσότερη προσοχή την επόμενη φορά ως προς τις επιλογές διασκευών δεν θα τους βλάψει. Όπως επίσης θα πρέπει να προσέξουν και το θέμα του ήχου τους. Καλό είναι που αποφεύγουν την καλογυαλισμένη και safe πλαστικούρα στην οποία καταλήγουν πολλές σύγχρονες μπάντες, αλλά και το εντελώς αγυάλιστο αφαιρεί δύναμη από τα κομμάτια (για το συγκεκριμένο στυλ πάντα). Σίγουρα τους συμπεριλαμβάνω στις μπάντες από τις οποίες περιμένω πολλά πράγματα στο μέλλον.
7/10
Νίκος Κεφαλίδης