Οι Ecollapse είναι ένα groove/thrash metal σχήμα που ιδρύθηκε το 2007 (σ.σ.: τότε ως Carpe Diem) στην πόλη της Κοζάνης. Καθ’ όλη τη διάρκεια των χρόνων, υπήρξαν πολλές αλλαγές από το όνομα μέχρι το ύφος του ήχου και τα μέλη της μπάντας. Το συγκρότημα έχει ήδη κυκλοφορήσει δυο ολοκληρωμένες δουλειές, τα “Blood Season” και “Humanity” το 2014 και 2018 αντίστοιχα.
Το “Dying With The Wolves” λοιπόν, είναι όπως θα καταλάβατε, είναι η τρίτη ολοκληρωμένη δουλειά του συγκροτήματος. Δεν έχω ακούσει κάποια από τις προηγούμενες δουλειές τους, αλλά λαμβάνοντας υπόψη το Δελτίο Τύπου που αναφέρει πως ο δίσκος συγκριτικά με τις προηγούμενες δουλειές της μπάντας είναι πιο αργός, πιο βαρύς, οριακά στα πλαίσια του groove/metalcore φάσματος, κρατώντας όμως τα death και thrash στοιχεία, προσθέτοντας τεχνικές μελωδίες και τα brutal φωνητικά του νεοσύστατου μέλους, Γιάννη Σεβίλογλου, δεν έχω λόγω να το αμφισβητήσω.
Επί προσθέτως, θα συμφωνήσω στο γεγονός ότι το “Dying With The Wolves” groove-άρει πολύ καλά και όντως είναι ένας πολύ βαρύς δίσκος. Από την παραγωγή που είναι κατά την άποψη μου μουντή και βαραίνει κατά πολύ το κλίμα, μέχρι τις κιθάρες και τα riffs του που είναι βαριά και ασήκωτα και νιώθεις σαν να βγαίνουν από την λάσπη. Από την άλλη όμως μου φαίνεται πως αυτή η παραγωγή κρύβει πολλά καλά στοιχεία από τα κομμάτια που τα θεωρώ αξιόλογα με πολύ καλές ιδέες. Τι εννοώ, σε πολλά σημεία η παραγωγή είναι σαν να μπουκώνει και πέρα από τις κιθάρες και την φωνή, το μπάσο και τα τύμπανα εξαφανίζονται και δεν τα ακούς πουθενά ή τα ακούς πάρα πολύ πίσω με αποτέλεσμα στο γενικό σύνολο να μένεις με ένα κενό ή να χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια ώστε να μπορέσεις να κατανοήσεις τα πάντα μέσα σε ένα κομμάτι ώστε να εκτιμήσεις την δουλειά που έχει γίνει.
Στο σύνολο η δουλειά που έχει κάνει το συγκρότημα στο “Dying With The Wolves” είναι καλή, τα κομμάτια είναι εμπνευσμένα, η ροή καλή, τα φωνητικά δεν μου ταιριάζουν απόλυτα αλλά δεν με χαλάνε κιόλας ενώ σε πολλά σημεία θα πιάσετε τον εαυτό σας ασυναίσθητα να κουνάει το κεφάλι του στον ρυθμό που του προσφέρει ο δίσκος. Αξίζει το άκουσμα και την δοκιμή.
6.5/10
Βαγγέλης Φαρρής
[email protected]