Ίσως είναι ένας από τους δίσκους που ανυπομονούσα να ακούσω. Και γι’ αυτό οι Iced Earth υπήρξαν μια από τις πρώτες μπάντες που με έμπασαν μαζί με την κλασική τριάδα Iron Maiden/Metallica/Megadeth στον θαυμαστό κόσμο του metal. Έχω παρατηρήσει όλη τους την πορεία από το “The Dark Saga” και έπειτα φανατικά. Όλοι όσοι γουστάρουν την μπάντα ξέρουν ότι ποτέ δεν πρόκειται να βγει άλμπουμ τόσο ολοκληρωμένο όσο ήταν το “Something Wicked This Way Comes” του 1998. Το επόμενο “Horror Show” ήταν ένας δίσκος που όταν πρωτοκυκλοφόρησε ο κόσμος το αγάπησε αλλά μέχρι εκεί. Δεν είχε αυτό το κάτι που είχε ο προκάτοχός του. Υπήρχαν όμως σπουδαίες συνθέσεις σε αυτό όπως είναι τα “Wolf”, “Im-Ho-Tep (Pharaoh’s Curse)”, “Jack” και “The Phantom Opera Ghost”.
Έπειτα έρχεται η αλλαγή στο μικρόφωνο με τον Matt Barlow να αποχωρεί – για πρώτη φορά τότε – και να τον διαδέχεται ο τιτανοτεράστιος Tim “Ripper” Owens”. Το “The Glorious Burden” πραγματικά πέρασε αδιάφορο με μονάχα δυο-τρεις στιγμές να είναι αξιόλογες στο album όπως τα “The Reckoning (Don’t Tread On Me)”, “Valley Forge” και “Attila”. Εκεί που λες ότι όλα έχουν τελειώσει, έρχεται το “Framing Armageddon”, το μοναδικό (ίσως) άλμπουμ που ο Schaffer άφησε τον Ripper να παίξει μπάλα. Και αυτός μας αποζημίωσε. Αρκεί μονάχα να πάρεις τον ομότιτλο ύμνο που πραγματικά τον έσκισε από άποψη απόδοσης και το “Ten Thousand Strong”, όπου ο Barlow στην επάνοδό του προσπάθησε να το πει δίχως επιτυχία.
Το “The Crucible Of Man” ήταν μια μεγαλύτερη τραγωδία από ότι θα μπορούσε να είναι το “The Glorious Burden”. Τι και αν κυκλοφόρησε – με τον Barlow πίσω στα φωνητικά – τι όχι, αυτός ο δίσκος πέρασε αδιάφορος και στα αζήτητα. Μαζί με αυτό είχαμε και πάλι τον γαμπρό του Schaffer να αποχωρεί και να έρχεται στην θέση του ο Καναδός Stu Block, γνωστός από την θητεία του στους progressive death metallers Into Eternity. Ο λόγος που κρίθηκε ως κατάλληλος να αναλάβει την θέση του τραγοδιστή στους Iced Earth είναι απλός. Ακούγοντας κανείς απλά το “Dystopia” – το ομότιτλο κομμάτι είναι αυτό που ανοίγει και το δίσκο – μπορεί εύκολα να διαπιστώσει ότι ο Block ακούγεται πιο Barlow από τον ίδιο τον Barlow (!) ενώ διαθέτει και τα ανάλογα «ψηλά» ώστε να πλησιάσει και τον θεόθεο Owens. Σαν σύνθεση το “Dystopia” διαθέτει ένα συναίσθημα νοσταλγίας πίσω στις μέρες του “Horror Show”. Πολύ καλά ξεκινάμε. Θα είναι η συνέχεια έτσι άραγε;
Ακολουθεί το “Anthem”. Ακουστική εισαγωγή, γνώριμο ύφος για την μπάντα, φέρνοντας στο μυαλό το “Dragon’s Child” σε πιο mid–tempo φάση όμως. “Boiling Point” για την συνέχεια…και ναι ρε γαμώτο! Αυτό είναι κλασσικό Iced Earth κομμάτι, πηγάζοντας από τις ένδοξες μέρες της μπάντας. Είναι μόλις τρία λεπτά με τα βίας και σπέρνει. Ακολουθεί η power ballad “Anguish Of Youth” όπου ο Block σε σκλαβώνει με ερμηνεία. Βαδίζει με την σειρά της σε χνάρια “Something Wicked This Way Comes”, σαν μια διαδοχή στο “Consequences”. Ακολουθεί το “V”, το οποίο κάνει μπαμ στην αναφορά του στιχουργικά στο “V For Vendetta”. Κλασικό τρίηχο από τον Schaffer και την παρέα του, στακάτο, mid-tempo, σίγουρα από αυτά που θα ακούσουμε στην επερχόμενη τους συναυλία επί ελληνικού εδάφους. Διαθέτει δε ένα πάρα πολύ ωραίο solo από τον κύριο Troy Steele.
“Dark City”, όπου με το που ανοίγει το στόμα του ο Block νομίζεις ότι ακούς τον Barlow. Επίσης κλασική σύνθεση της μπάντας, με μια πιο “The Glorious Burden” προσέγγιση σε αυτό. “Equilibrium” για την συνέχεια με μια πολύ ωραία γέφυρα/μελωδία να το γεμίζει, θυμίζοντας “Setian Massacre”. Το “Days Of Rage” είναι κλασικά το filler ενός δίσκου. Μικρό σε διάρκεια, μόλις 2:17, δεν έχει απολύτως τίποτα να σας προσφέρει. Επόμενο δίχως δισταγμό. Λίγο πριν το τέλος, το “End Of Innocence” είναι η μπαλάντα που θέλαμε να ακούσουμε σε αυτό το δίσκο. Αν θα έπρεπε να την συγκρίνω με το “Anguish Of Youth”, θα διάλεγα το “End…”. Το γουστάρεις απλά από την πρώτη στιγμή.
Η αυλαία σε αυτό το δίσκο δεν θα μπορούσε να πέσει καλύτερα με το “Tragedy And Triumph”. Για εμένα είναι η κομματάρα του δίσκου. Ρεφρενάρα κλασική συναυλιακή. Σε πετάει απλά στα ουράνια. Τι συναίσθημα είναι αυτό ρε γαμώτο; Προσκυνάω ταπεινά ένα από τα καλύτερα κομμάτια που έχουν γράψει την τελευταία δεκαετία. Συνοψίζοντας, θα πω ότι ο δίσκος είναι αυτό που εγώ περίμενα να ακούσω. Το μόνο αρνητικό για εμένα είναι η μικρή διάρκειά του, μόλις σαράντα πέντε λεπτά. Δεν είναι κάτι που μας έχουν συνηθίσει. Μέχρι και το ανεκδιήγητο “The Crucible Of Man” μία ώρα ήταν. Τουλάχιστον αν συνεχίσει έτσι η αμερικανική πεντάδα, θα έχουμε να ελπίζουμε ότι θα ακούμε αξιόλογους δίσκους από αυτή την μπάντα στο μέλλον. Εγώ πάντως θα του δώσω μια θέση στην δισκοθήκη μου. Εσείς;
7,5/10
Νίκος Σιγλίδης
[email protected]