Το δεύτερο album των Γερμανών Powergame που πιστεύω μπορείτε να καταλάβετε τι είδος παίζουν, τι θ’ ακούσετε, το όνομα και μόνο τα λέει όλα. Ταχύτητα και μελωδία καθ’ όλη τη διάρκεια του “Masquerade” με το στοιχείο και την έντονη επιρροή των heavy / power συγκροτημάτων που μεσουρανούσαν στα 80’s όπως Accept, Running Wild, Riot, Helloween και πόσα άλλα παρεμφερή, με τον τραγουδιστή να μου φέρνει στο μυαλό με την προφορά του (όχι τη χροιά, μη μπερδεύεστε) τον Peavey Wagner.
Το “Legion Of The Dead” είναι το κατάλληλο για ξεκίνημα, γρήγορο με νευρικές διπλές μελωδίες στις κιθάρες και ρεφρέν που μπορεί να ξεσηκώσει για να ακολουθήσει και πηγαίνοντας μας σε πιο επικά μονοπάτια το “Lucid Dreams”. Δε μπορώ να πω πως άκουσα κάτι ιδιαίτερο στο “Puppets On A String” που το βρήκα λίγο εκτός κλίματος, λίγο αρπακολατζίδικο να το πω λαϊκά, ενώ στο ομώνυμο τoυ συγκροτήματος ανεβάζουν στο τέρμα την ταχύτητα, κάνοντας ένα πολύ ωραίο ξεκίνημα με το αγχωτικό riff του “Powergame” και κρατάνε το γκάζι στο τέρμα. Σε πιο αργούς κλασσικούς heavy metal ρυθμούς με το “Final Warning” που όσο καλά και να ξεκινάει, απογοητεύει στη συνέχεια με τις κακές επιλογές στις φωνητικές γραμμές, που εδώ πρέπει να κάνω μια παρένθεση και να πω πως μέχρι τώρα είχα μια υποψία σε σχέση με τη φωνή πως (να το πω ευγενικά) χρειάζεται αρκετή δουλειά και μελέτη ακόμη για να μπορέσει να ανεβάσει σε μεγαλύτερο βαθμό τη μπάντα, γιατί καλώς ή κακώς 90% των περιπτώσεων ο τραγουδιστής είναι ο μπροστάρης, η βιτρίνα του συγκροτήματος και παίζει τον μεγαλύτερο ρόλο στο πως θα χαρακτηριστεί ένα συγκρότημα στο σύνολο του και τι επιπτώσεις θα έχει αυτό για την συνέχεια.
Συνέχεια με το ορχηστρικό “The Chase Of The Falcon” χωρίς να είναι κι αυτό κάτι ιδιαίτερο, για να περάσουμε στο “For Those Who Died” κι εδώ έχει αρχίζει να με κουράζει… λυπάμαι που το λέω αλλά κακό σημάδι να σε κουράσει ένας δίσκος στα μισά του ακόμη και ευτυχώς μπαίνει το “Baptized In Fire And Steel” να με ξυπνήσει με το μπάσιμο της κιθάρας, τα σκασίματα και τον γρήγορο ρυθμό του. Ξαναβρίσκω κάποιο ενδιαφέρον στις διπλές μελωδίες και στο ρεφρέν και πιστεύω πως μέχρι τώρα είναι και το καλύτερο κομμάτι του δίσκου. Τίποτα σπουδαίο στο “Masquerade”, η κούραση επιστρέφει, για να μπει το “Ghost Town” με την περίεργη μελωδία του που αδιαφορεί για τους μουσικούς κανόνες. Για κλείσιμο σαν γνήσιοι Γερμανοί οι Powergame τιμούν ίσως το μεγαλύτερο όνομα πού έβγαλε ποτέ η συγκεκριμένη χώρα και δεν είναι άλλοι από τους Scorpions διασκευάζοντας το “Blackout”.
Οι Powergame είναι από τα συγκροτήματα που με δυσκολεύουν αρκετά. Από τη μια μ’ αρέσει που είναι παλιομοδίτες και παραμένουν στο παλιό καλό heavy metal του ‘80, από την άλλη είναι πράγματα που λίγο μου χτυπάνε άσχημα, όπως τα φωνητικά που φαίνεται πως δεν είναι καλοδουλεμένα σαν ιδέες και ο τραγουδιστής προσπαθεί να κάνει πολλά περισσότερα από όσα πραγματικά μπορεί με αποτέλεσμα κάποια σημεία να ακούγονται από όχι καλά έως φάλτσα και η παραγωγή που αν μου έλεγε κάποιος πως το “Masquerade” κυκλοφόρησε το 1986 θα έλεγα πως είναι ένα πολύ καλό album και μη με παρεξηγείτε, δεν έχω πρόβλημα αν κάτι ακούγεται εκτός εποχής, παλαιικό να το πω κι έτσι, ίσα ίσα πολλές φορές με μαγεύει, αλλά πρέπει να γίνεται σωστά και η αλήθεια είναι πως σ’ αυτήν την περίπτωση κάτι δε μου κάθεται καλά. Δεν θα κάτσω να αναλύσω ορολογίες και τεχνικές που αφορούν συχνότητες κομπρεσαρίσματα και ό,τι αφορά τεχνικές γνώσεις και απόψεις πάνω στη μουσική παραγωγή, ούτε είμαι ο αρμόδιος να το κάνω, το μόνο που θα πω είναι πως μου ακούγεται ένα σχεδόν στεγνό αδιάφορο, βεβιασμένο mix που αγγίζει τα όρια του demo και όχι τόσο του καλού underground χαρακτήρα που πιθανόν θα ήθελαν να περάσουν.
6/10
Δημήτρης Γκουτζιαμάνης
[email protected]