Πολύ παράξενη κυκλοφορία η συγκεκριμένη. Όχι μόνο για το είδος μουσικής που το συγκρότημα υπηρετεί, αλλά και για το πως η ίδια η μπάντα λειτουργεί. Χωρίς να έχω κάποιου είδους δελτίο τύπου, βλέπω ότι οι Súl Ad Astral αποτελούνται από δυο μέλη το οποίο ένα ζει στην Νέα Ζηλανδία (Stephen Fortune) και το άλλο στην Αμερική (Michael Rumple). Η αλήθεια βέβαια είναι ότι το συγκρότημα είναι μια προσωπική υπόθεση του Fortune, ο οποίος αναλαμβάνει τα πάντα εκτός από τα φωνητικά και τους στίχους.
Από τις πρώτες νότες του “Oasis”, αμέσως καταλαβαίνεις ότι έχεις να κάνεις με μια black metal κυκλοφορία. Μπορεί το opener “In Dreams Reborn” να έχει το κλασσικό νορβηγικό black metal tremolo riff, αλλά τα πράγματα παίρνουν σύντομα μια διαφορετική τροπή. Το black metal μπορεί τελικά να γίνει ένα πραγματικό progressive ιδίωμα, με την πραγματική έννοια του όρου, δηλαδή να παρουσιάσει καινούργια πράγματα και να σπρώξει τα όρια της μουσικής.
Δεν υπάρχει τρόπος να περιγράψω την μουσική των Súl Ad Astral ούτε και να βρω επιρροές για αυτό που παρουσιάζουν στο “Oasis”. Αυτό που θα μπορούσα να πω, είναι ότι έχουμε να κάνουμε με μια καθαρή post-black metal κυκλοφορία, η οποία έχει μέσα και το τεχνικό στοιχείο, το power metal, το μελωδικό στοιχείο ακόμη και το space στοιχείο, που συνήθως τα post-black metal συγκροτήματα δεν έχουν, εδώ υπάρχει.
Ο δίσκος μπορεί να ανεβάσει την αδρεναλίνη όταν το θέλει. Για παράδειγμα το τραγούδι “Pennies Down The Infinity Well”, με τον πολύ ωραίο τίτλο, ξεκινάει με μια άγρια επίθεση σε όλα τα μέτωπα, αλλά και με βαθιά, brutal φωνητικά που επιστρέφουν σε διαφορετικά σημεία του τραγουδιού. Τα καθαρά φωνητικά που υπάρχουν διάσπαρτα σε όλο το δίσκο, εισάγουν άφθονο συναίσθημα, έκφραση και μελωδία, υποστηριζόμενα από μελωδικές κιθάρες που αναπτύσσονται στο παρασκήνιο. Γρήγορα τα πράγματα επιστρέφουν σε μια χαοτική βαρύτητα, ενώ το κλείσιμο του τραγουδιού δίνει μια πιο progressive και ατμοσφαιρική χροιά στο τελικό αποτέλεσμα.
Το “Pennies Down The Infinity Well” και “Inaction And Consequence” είναι δυο παραδείγματα που δίνουν ακριβώς το στίγμα της μουσικής των Súl Ad Astral και του “Oasis”. Είναι ένας δίσκος που μπορεί στα πρώτα ακούσματα να φανεί αρκετά δύσκολος, αλλά δεν είναι. Οι μελωδίες που υπάρχουν είναι ικανές να σε σπρώξουν και πάλι στην ακρόαση και είναι ιδανικός και για ακροατές που γουστάρουν περιπετειώδη μουσική.
Αυτό που τελικά κάνει το “Oasis” να ξεχωρίζει, είναι ότι δεν επιλέγει μόνο ένα δρόμο έκφρασης, αλλά πολλούς. Από τη μια πλευρά, περιέχει τον αέρα της μελωδίας και του συναισθηματισμού, ενώ από την άλλη, περιέχει την σκληράδα και βαρύτητα που εκφράζει το θυμό και τη θλίψη. Σίγουρα ένας από τους καλύτερους δίσκους της χρονιάς που μας πέρασε.
8,5/10
Δημήτρης Σταύρος
[email protected]