Δεν είχα ξανακούσει κάτι από τους Καναδούς melodic metallers Borealis. Σε κάθε περίπτωση πάντως, με ενδιαφέρον έβαλα το τέταρτό τους άλμπουμ να παίξει, καθώς έχουμε να κάνουμε με μπόλικο power metal, είδος από αυτά που βρίσκονται στις προτιμήσεις μου. Η ξεκάθαρη προσέγγιση σε αυτό το είδος, αλλά και προς τον μελωδικό ήχο γενικότερα, φαίνεται από τις πρώτες νότες του “The Fire Between Us”. Το ίδιο ισχύει και για τη στιβαρή παραγωγή, που για άλλη μία φορά ανέλαβε ο ντράμερ της μπάντας Sean Dowell, όπως τη μίξη αλλά και το mastering αυτή τη φορά (Sanctuary Studios). Όσο περνάνε τα κομμάτια, παρατηρείς πόσο ταιριαστή, αν το λέω σωστά, είναι η παραγωγή, στο είδος που εξυπηρετεί. Όπως και οι έντονες μελωδίες και η μελωδικότητα που χαρακτηρίζει το συγκρότημα και το άλμπουμ.
Καθόλου τυχαίο που αναφέρονται ως melodic metallers μεταξύ άλλων. Το ομώνυμο κομμάτι μπορώ να πω ότι μου θύμισε κάπου Firewind της “Allegiance” εποχής. Γενικά, με τα κομμάτια χωρίς να είναι κακά, δυσκολεύτηκα να μείνω εντελώς μέσα στο δίσκο, τουλάχιστον μέχρι τη μέση του. Τα πλήκτρα κάποιες φορές προσθέτουν ατμόσφαιρα, κάποιες άλλες ποικιλία και ωραίους συνδυασμούς, ενώ κάποιες άλλες απλά είναι σαν να χάνονται. Κυρίως μέχρι τη μέση του, το άλμπουμ μου φάνηκε ότι προχωράει σε ένα μονότονο mood, μονότονη ροή και η αλήθεια είναι το βασικό του «πρόβλημα» είναι ότι του λείπει το πολύ μεγάλο κομμάτι που θα το θυμάσαι μετά από καιρό και θα σε κάνει να ξανακούσεις το δίσκο, κάποιο μεγάλο highlight δηλαδή. Ξεχωρίζουν πάντως, αλλά μέχρι εκεί, η αρκετά όμορφη (ημι)μπαλάντα “The Devil’s Hand”, το αρκετά συμπαθητικό “Into The Light”, το τυπικό αλλά γενικά καλύτερο από άλλα “Forever Lost” και το πιο progressive από όλα, μεγαλύτερο κομμάτι και που κλείνει το δίσκο, “The Ghost Of Innocence”. Το τελευταίο, σε πιο progressive/power χαρακτήρα και με ατμοσφαιρικά πλήκτρα, δείχνει ότι μπορούν να δημιουργήσουν καλές και πιο μακροσκελείς συνθέσεις, με μέτρο και χωρίς να κουράσουν, ενώ για δεύτερη φορά στο άλμπουμ , περισσότερο και πολύ πιο ουσιαστικά, έχουμε συνεργασία με γυναικεία φωνητικά.
Γενικά και στο σύνολο, όχι κάτι το ιδιαίτερο, αλλά πολύ καλή δουλειά στις μελωδίες, στοιχείο που είναι από τα πιο βασικά τους. Καλή εντύπωση αφήνει και η φωνή του ταλαντούχου Matt Marinelli (σίγουρα δεν είναι εύκολο να παίζεις κιθάρα και να τραγουδάς σε τέτοιο ύφος), αν και θα ήθελα το κάτι παραπάνω καθώς στο σύνολο του άλμπουμ μου φάνηκε «ίδια» χωρίς ανεβοκατεβάσματα. Συστίνονται, ας πούμε, σε κόσμο που αρέσκεται σε μπάντες όπως οι Symphony X, Evergrey, Kamelot ή Nocturnal Rites, ίσως και Adrenaline Mob. Αρκετό ενδιαφέρον παρουσιάζει το επόμενο τους βήμα, όταν και όποτε κυκλοφορήσουν το επόμενο άλμπουμ, η επόμενη κίνηση του συγκροτήματος, ώστε δούμε αν θα είναι το next step, το βήμα παραπάνω στην πορεία τους.
Υ.Γ: Σύμφωνα με τον τραγουδιστή Matt Marinelli το άλμπουμ είναι concept, επηρεασμένο από τις horror ταινίες. Συγκεκριμένα αναφέρει: «Το άλμπουμ ακολουθεί τη δημιουργία, την άνοδο και την τελική κατάρρευση μιας λατρείας που ασχολούνται κάποιοι άνθρβποι, ειδικότερα, με τη θυσία των παιδιών. Πιστεύουν ότι αυτή η μέθοδος πίστης, θυσίας και αφοσίωσης θα φέρει ένα τέλος στα δεινά της ανθρωπότητας, αλλά και θα επαναφέρει την αθωότητα της ανθρωπότητας που χάθηκε από την απληστία και τον βιομηχανισμό. Ωστόσο, αυτοί οι άνθρωποι, λόγω της έλλειψης σεβασμού προς τις δυνάμεις που είναι μεγαλύτερες από τους εαυτούς τους, δημιούργησαν άθελα μια θεότητα από το θυσιασμένο παιδί, η οποία θεότητα τελικά αποδίδει τιμωρία λόγω της αδικίας τους. Οι άντρες στη λατρεία αυτή αυτοκαταναλώνονται πολύ με την «αποστολή» τους και έχουν αγνοήσει εντελώς το γεγονός ότι τα παιδιά είναι το αληθινό κλειδί για την αποκατάσταση και τη διατήρηση της χαμένης αθωότητας».
6/10
Πέτρος Μυστικός
[email protected]