GUS G: When Guitar Dreams Come True
Αλήθεια, πόσους καλλιτέχνες από την χώρα μας μπορούμε να φέρουμε στον νου και να πούμε ότι έχουν πετύχει όσα έχει πετύχει αυτός ο μουσικός; Ανατρέχουμε λίγο στο παρελθόν του και ρίχνουμε μια πιο έντονη ματιά στην προσωπική του καριέρα.
Ο Gus G, κατά τον κόσμο Κώστας Καραμητρούδης, ήρθε σε αυτόν τον κόσμο στις 12 Σεπτεμβρίου του 1980. Δεν ξέρω αν το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να πιάσει μια κιθάρα και να παίξει παπάδες… αλλά και αν το έκανε δεν θα μου φαινόταν παράξενο! Ο βιρτουόζος κιθαρίστας. Σίγουρα η καλλιτεχνική φλέβα που έτρεχε στην οικογένεια τον βοήθησε μιας και από μικρή ηλικία ήρθε σε επαφή με την μουσική.
Σε αυτό το μικρό αφιέρωμα θα επικεντρωθούμε στα κατορθώματα του σαν solo καλλιτέχνης και όχι στην πορεία του με τους Firewind που είναι εξίσου σημαντική. Σε ηλικία 18 ετών λοιπόν ο Gus αποφασίζει να σπουδάσει στην Μέκκα της μουσικής παιδείας, στο διάσημο και γνωστού σε όλους μας Berklee College Of Music. Το ποιος έχει περάσει από εκεί δεν πιστεύω ότι έχει λόγο να το γράψω εδώ. Δεν έκατσε όμως και πολύ εκεί: μετά από μερικές βδομάδες αποχώρησε από αυτό για να στήσει αργά και σταθερά την καριέρα του. Στο μικρό χρονικό διάστημα της παραμονής του όμως γνώρισε τον Joe Stump ο οποίος έπαιξε, σύμφωνα με τον ίδιο, καταλυτικό ρόλο στην μετέπειτα πορεία του.
Σαν πρώτη χειροπιαστή δουλειά τους Gus G κάποιος μπορεί να εντοπίσει το demo των Firewind με τίτλο “Nocturnal Symphony” το οποίο πρακτικά είναι ένας πλήρης δίσκος διάρκειας 45 λεπτών, περιελάμβανε κομμάτια με φωνητικά αλλά και Instrumental, που ο ίδιος δημιούργησε με την λογική να δείξει τις ικανότητες τους και να προσεγγίσει εταιρίες. Θα πέρναγαν 4 χρόνια μέχρι οι Firewind να βγάλουν τον πρώτο τους δίσκο αλλά αυτό έγινε για το ότι ο Gus προσελήφθη από μια σειρά συγκροτημάτων στο ενδιάμεσο.
Πια ήταν αυτά; Ξεκινάμε με τους Dream Evil με τους οποίους κυκλοφόρησε τα τρία πρώτα, και για πολλούς καλύτερα τους, άλμπουμ: το “Dragonslayer” (2002), το “Evilized” (2003) και το “The Book Of Heavy Metal”. Το παραδοσιακότατο metal των Dream Evil δεν πέρασε απαρατήρητο και το συγκρότημα γνώρισε τεράστια επιτυχία.
Εντυπωσιακό ήταν επίσης και το άλλο σχήμα στο οποίο ο Gus αναμίχτηκε το οποίο δεν ήταν άλλο από τους Nightrage του επίσης “δικού μας” Μάριου Ηλιόπουλου. Ο Gus λοιπόν ήταν παρόν από την αρχή και με το σχήμα κυκλοφόρησε τρία demo καθώς και τα δύο πρώτα άλμπουμ του: “Sweet Vengeance” (2003), “Descent Into Chaos” (2005).
Το τρίτο σχήμα με το οποίο ο Gus ασχολήθηκε από τα σπάργανα του ήταν οι Mystic Prophecy που πάλι είχαν τον δικό μας Δημήτρη Λιαπάκη στην σύνθεση τους. Με αυτούς ο Gus κυκλοφόρησε τρία άλμπουμ: το “Vengeance” (2001), το “Regressus” (2003) και το “Never–Ending” το 2004.
Έκτοτε το κυρίως όχημα του Gus είναι οι Firewind. Παρόλα αυτά δεν σταμάτησε να έχει συνεργασίες. Πάρα πολλές συνεργασίες! Ενδεικτικά να αναφέρω ότι έκανε ένα πέρασμα από τους Arch Enemy σαν live μουσικός (είχε γράψει και ένα solo για αυτούς στο “Doomsday Machine”), επέστρεψε στα σχήματα που είχε ξεκινήσει την καριέρα του πάλι με guest solo ενώ ενδεικτικά αναφέρω ότι έχει αφήσει το σημάδι του σε δουλειές των kamelot, Pagan’s Mind, Rotting Christ και πολλούς πολλούς άλλους!
Φυσικά η πιο σημαντική του συνεργασία δεν μπορεί να θεωρηθεί άλλη από αυτή με τον Ozzy Osbourne το 2010 και το άλμπουμ του “Scream”. Μπορεί φυσικά το 2010 ο Gus G να είχε χτίσει ένα πολύ μεγάλο όνομα για τον ίδιο αλλά πλέον μετά από αυτή την συνεργασία πρέπει να θεωρηθεί δεδομένο πως δεν υπάρχει άνθρωπος στην μουσική μας που να μην γνωρίζει τον κιθαρίστα αυτόν!
Μέσα σε όλες αυτές τις δουλειές λοιπόν ο Gus έχει με κάποιο μαγικό τρόπο καταφέρει να κυκλοφορήσει και τρείς solo δουλειές κάτω από το όνομα του. Η πρώτη και μάλλον λιγότερο γνωστή είναι το “Guitar Master” του 2001. Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια αμιγώς instrumental κυκλοφορία στην οποία ο Gus παρουσιάζει το ρεπερτόριο του σε πλήρη ανάπτυξη. Βλέποντας κάποιος τα σχήματα τα οποία ο κιθαρίστας είχε συμμετάσχει μέχρι τότε μπορεί να καταλάβει πως δεν έχουμε να κάνουμε με έναν μονοδιάστατο καλλιτέχνη. Αυτό αποτυπώνεται σε αυτόν τον Instrumental δίσκο στο οποίο ο Gus φλερτάρει με το rock αλλά και τα blues. Αξίζει να σημειωθεί ότι μαζί του στο άλμπουμ αυτό παίζει ο David T Chastain στο μπάσο και ο Mike Haid στα τύμπανα.
Θα περάσουν 13 (!!!) ολόκληρα χρόνια μέχρι ο Gus να κυκλοφορήσει κάτι σαν solo καλλιτέχνης, πράγμα απολύτως λογικό αν κρίνουμε από το βεβαρημένο του πρόγραμμα! Το “I Am The Fire” αυτή την φορά δεν είναι ένας Instrumental δίσκος. Αντίθετα σε αυτόν ο κιθαρίστας επιστρατεύει μια σειρά από διάσημους τραγουδιστές, θα αναφέρω ενδεικτικά τους Mats Leven, Tom Englund, Jeff Scott Soto. Ούτε οι μουσικοί που τον πλαισιώνουν είναι τυχαίοι βέβαια! Ονόματα όπως αυτά του David Ellefson, Billy Sheehan, Daniel Erlandsson δεν τα συναντάς κάθε μέρα σε credits και αυτό από μόνο του δείχνει το ειδικό βάρος που φέρει το όνομα του μουσικού!
Από κεκτημένη μάλλον ταχύτητα ο Gus κυκλοφορεί μόλις έναν χρόνο μετά την επόμενη προσωπική του δουλειά με τίτλο “Brand New Revolution”. Όπως και στο “I Am The Fire” ο Gus επιστρατεύει μια σειρά από τραγουδιστές για τον δίσκο, πιο λίγους αυτήν την φορά, αν και εδώ έχει μόνο έναν μπασίστα και έναν ντράμερ να τον πλαισιώνουν.
Τέλος το 2018 ο κιθαρίστας επιστρέφει με έναν ακόμα solo δίσκο με τον τίτλο “Fearless”. Εδώ έχουμε τον Dennis Ward να έχει αναλάβει καθήκοντά μπασίστα, τραγουδιστή και keyboard player ενώ ο Will Hunt παίζει τα τύμπανα. Μπορεί κάποιος να πει ότι το “Fearless” είναι ότι πιο κοντινό σε ένα δεύτερο “κανονικό” συγκρότημα για τον κιθαρίστα.
Η ζωή και το έργο του Gus G για εμένα πρέπει να είναι ένα σημείο αναφοράς για οποιονδήποτε νέο ή παλιό μουσικό. Πνεύμα ανήσυχο το οποίο ποτέ δεν σταμάτησε να ψάχνεται με την μουσική. Σε λίγες ημέρες θα τον απολαύσουμε ζωντανά για άλλη μια φορά στην χώρα μας. Εύχομαι να σας δω όλους εκεί!
Δισκογραφία
Guitar Master (2001)
I Am The Fire (2014)
Brand New Revolution (2015)
Fearless (2018)
Κείμενο: Μιχάλης Νταλάκος