Μερικοί από εμάς δεν περίμεναν καραντίνες και κορονοϊούς για να βιώσουν την καταθλιψάρα τους σε όλη της την μεγαλοπρέπεια: είχαμε από πριν δίσκους σαν αυτόν. Οι Pallbearer είναι Αμερικάνοι, έχουν στο ενεργητικό τους άλλες τρεις κυκλοφορίες, με πιο πρόσφατη το “Heartless” του 2017 και επανέρχονται φέτος με το “Forgotten Days” για να βάψουν τoν ούτως ή άλλως παραδοσιακά σκοτεινό Νοέμβρη ακόμα πιο μαύρο. Το κουαρτέτο παίζει εκείνο το παλιό, το καλό, το ορθόδοξο doom metal που έχουμε ανάγκη κάτι τέτοιες ώρες.
Black Sabbath και My Dying Bride, αμφότεροι δοσμένοι υπό τη μορφή καλοπαιγμένων riffs, πεσιμιστικών μελωδιών και τόσο κολλητικών refrains (“The Quicksand Of Existing”), που αρκεί μισή ακρόαση του κάθε τραγουδιού, για να αρχίσεις να το σιγομουρμουράς. Δωδεκάλεπτες συνθέσεις κυλούν νερό, ενδεικτικό του πόση δουλειά έχει πέσει στη συνθετική διαδικασία του δίσκου. Η παραγωγή είναι άψογη, έχει χαρακτήρα και αναδεικνύει την ποιότητα των κομματιών αλλά και των μουσικών που τα φέρνουν στη ζωή στο μέγιστο δυνατό βαθμό.
Ο κεντρικός θεματικός άξονας των στίχων πραγματεύεται την έννοια της οικογένειας, μέσα από το πρίσμα της απώλειας και του αποχωρισμού και ο Michael Lierly, πλέον μόνιμος συνεργάτης της μπάντας και αδελφός του drummer Mark κάνει φανταστική δουλειά στο εξώφυλλο του δίσκου. Το οποίο αποτυπώνει πλήρως το κλίμα της μουσικής και των στίχων. Λεπτομέρεια, καθώς η μουσική είναι τόσο εντυπωσιακή που δύσκολα προσέχει κανείς οτιδήποτε άλλο. Αλλά όπως και στο προσωπικό μου αγαπημένο, “Songs Of Darkness, Words Of Light” των My Dying Bride είναι ωραίο να βλέπεις έναν έντονο δίσκο να αντιπροσωπεύεται αισθητικά από ένα εξίσου αξιομνημόνευτο περιτύλιγμα.
Η αναφορά στον συγκεκριμένο δίσκων των My Dying Bride δεν είναι τυχαία. Έχουμε ακούσει ορισμένους εξαιρετικούς δίσκους φέτος σε αυτό το είδος αλλά η συναισθηματική ένταση που διαθέτει ο συγκεκριμένος, συγκρίνεται άνετα με τις δυνατές στιγμές της δισκογραφίας των Βρετανών θρύλων, καθώς και με εκείνη τη ράθυμη και πεσιμιστική αύρα που αποπνέει πάντοτε η μουσική τους.
Ο Brett Campbell συμβάλλει αρκετά σε αυτό το αποτέλεσμα, με τον υπαινικτικό, σχεδόν εσωστρεφή τρόπο που ερμηνεύει τα κομμάτια, καθώς και με την πολύ ωραία χροιά της φωνής του, που φέρνει στο νου κάτι από Vincent Cavanagh. Φιλική συμβουλή: οι ορκισμένοι ακροατές των Anathema, που είναι κι αρκετοί στη χώρα μας, όταν θα επιχειρήσετε να το ακούσετε πρώτη φορά (γιατί θεωρώ δεδομένο ότι πρέπει να το ακούσετε), καλό θα ήταν να έχετε κάτι με αλκοόλ δίπλα σας.
8,5/10
Χρύσα Γιουρμετάκη
chrysag.nioti@gmail.com