Αφιερώματα

Primordial: Αφιέρωμα στην πορεία του Ιρλανδικού επικού συγκροτήματος

Οι Ιρλανδοί Primordial, είναι μία από τις καλύτερες μπάντες των τελευταίων ετών στο χώρο, και όχι άδικα όπως θα δούμε παρακάτω, καθώς αποτελούν ένα από τα πιο ιδιαίτερα σχήματα εκεί έξω. Με αφορμή λοιπόν την επίσκεψή τους στην Αθήνα στο Temple παρέα με τους Embrace Of Thorns και τους Nefarious Spirit, αυτή την Παρασκευή, 20 Σεπτεμβρίου, είναι μια ευκαιρία για μια αναδρομή στην ιστορία τους.

1987-1995: Τα πρώτα χρόνια, το «ασόβαρο» ξεκίνημα και το πρώτο fulllength

Αντίθετα με πολλές μεγάλες μπάντες, οι οποίες ξεκίνησαν θέλοντας να πάνε παρακάτω τη μουσική των αγαπημένων τους καλλιτεχνών και να γίνουν μεγάλοι, οι Primordial δε ξεκίνησαν με σοβαρές βλέψεις. Για την ακρίβεια, η μπάντα έχει τις ρίζες της πίσω στο μακρινό 1987, όταν οι Pol MacAmlaigh και Ciaran MacUiliam άρχισαν να παίζουν μαζί με τον αδερφό του πρώτου, Derek. Η μπάντα, η οποία τότε ονομάζονταν Forsaken, έπαιζε ένα στυλ πρώιμου thrash/ death metal, με διασκευές σε μπάντες όπως Death, Sepultura, Venom κλπ. Ο τραγουδιστής Alan Averill (aka Nemtheanga) μπήκε στη μπάντα όταν είδε  μία αγγελία για τραγουδιστή στο δισκάδικο Sound Cellar του Δουβλίνου. Σύμφωνα με τη μπάντα, η αγγελία κατέβηκε μόλις δύο ώρες αφότου την είχαν κολλήσει. Με την άφιξη λοιπόν του Nemtheanga, η μπάντα άρχισε να ερευνά σκοτεινότερους ήχους, όπως αυτούς των Bathory, Celtic Frost και της διαρκώς αναπτυσσόμενης ελληνικής και νορβηγικής black metal σκηνής. Το 1992 λοιπόν, το όνομα αλλάζει σε Primordial και την επόμενη χρονιά, κυκλοφορούν το πρώτο τους demo με τίτλο “Dark RomanticismSorrows Bitter Harvest”. Με αυτή την κυκλοφορία, οι Primordial έγιναν η πρώτη Ιρλανδική black metal μπάντα με κυκλοφορία στο ενεργητικό της (ας μην ξεχνάμε και τους Cruachan οι οποίοι συνδύαζαν black metal με παραδοσιακή μουσική – βρε ποιον μου θυμίζει). Κάπως έτσι, η μπάντα τράβηξε την προσοχή του Lee Barrett, από την Αγγλική Candlelight Records, ο οποίος όμως απέτυχε να υπογράψει το συγκρότημα, οπότε, μετά από μία ζωντανή ηχογράφηση το 1994 στο Δουβλίνο, η μπάντα υπέγραψε με την Cacophonous Records (Cradle Of Filth, Bal Sagoth κλπ) για την κυκλοφορία του ντεμπούτου τους.

Το “Imrama” είδε το φως του ήλιου στις 20/09/1995 και αμέσως τράβηξε την προσοχή του κόσμου. Όχι μόνο γιατί ήταν ένας black metal δίσκος από μία Ιρλανδική μπάντα, αλλά και λόγω της ιδιόμορφης αισθητικής και μουσικής προσέγγισής του. “Imrama” σημαίνει «ταξίδια» στα μεσαιωνικά Ιρλανδικά και αναφέρεται σε μια κατηγορία Ιρλανδικής χριστιανικής λογοτεχνίας στην οποία ο πρωταγωνιστής ταξιδεύει για να μετανοήσει για τις αμαρτίες του. Οι Μεσαιωνικές κατηγορίες λογοτεχνίας βλέπουν αυτό το είδος σαν αντίθετο με το “Eachtra” (περιπέτεια) όπου ο πρωταγωνιστής επισκέπτεται τον «Άλλο Κόσμο» της Ιρλανδικής παράδοσης. Στην Ιρλανδία, μια χώρα όπου τα αγγλικά είναι η γλώσσα που μιλά η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού, η χρήση της Ιρλανδικής γλώσσας είναι μία ξεκάθαρη έκφραση της Ιρλανδικής ταυτότητας (κεντρικό θέμα της αισθητικής των Primordial). Ενώ μουσικά, ο δίσκος δεν έχει μεγάλη σχέση με αυτό που είναι το συγκρότημα σήμερα, ωστόσο, εντοπίζονται μέρη που «προδίδουν» αυτό που θα κάνει αργότερα η μπάντα. Μελωδικό black metal μπλέκεται με λίγα παραδοσιακά ιρλανδικά στοιχεία, ενώ κάπου-κάπου ακούμε και λίγη από την αγαπημένη καθαρή χαρακτηριστική φωνή του Averill, φυσικά σε πρώιμη μορφή. Μπορεί να μην είναι η κορυφαία στιγμή στην καριέρα των Ιρλανδών, είναι όμως ένας δίσκος ιδιαίτερος, ο οποίος έδειξε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα black metal σχήμα το οποίο είχε μία ροπή στη διαφορετικότητα και θα μπορούσε να γράψει ιστορία. Όπως άλλωστε και έγινε.

1996-2002: Η αλλαγή στον ήχο και η σταθερά ανοδική πορεία

Μετά λοιπόν το ντεμπούτο, το οποίο όπως είπαμε και πριν, τράβηξε την προσοχή πολλών, οι Ιρλανδοί κάνουν την κίνηση-ματ και διαφοροποιούνται μια για πάντα από τις μπάντες που έπαιζαν μελωδικό black με παραδοσιακά στοιχεία. Μεταπηδούν στη Misanthropy Records και κάπου εδώ αρχίζει ένα ατέλειωτο σερί από δισκάρες που κρατάει καλά μέχρι σήμερα. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι Primordial ανήκουν σε μια κατηγορία από συγκροτήματα που σχεδόν το κάθε άλμπουμ τους είναι υπέροχο και πλούσιο σε όλη του τη διάρκεια, κάνοντας πραγματικά δύσκολο το εγχείρημα να διαλέξεις αγαπημένο άλμπουμ. Το “A Journeys End” κυκλοφορεί (μετά από ένα split με τους Katatonia – με παραγωγή Dan Swano παρακαλώ) στις 15/06/1998 και κάπου εδώ, τα πράγματα για τους Ιρλανδούς αρχίζουν να παίρνουν το δρόμο που όλοι μας ξέρουμε. Η αλλαγή στο στυλ είναι εμφανέστατη, με τις συνθέσεις να απλώνονται σε διάρκεια και τα black metal στοιχεία του παρελθόντος να περιορίζονται σημαντικά. Στη θέση αυτών, προστίθεται σε μεγάλο βαθμό το επικό στοιχείο, συγκεκριμένα των μεταγενέστερων Bathory να πηγαίνει πολλά επίπεδα παρακάτω. Οι διάρκειες μεγαλώνουν και μέσα στο δίσκο ακούμε όργανα όπως μαντολίνο και σφυρίχτρα, τα οποία δίνουν ακόμα περισσότερο ιρλανδικό αέρα στο δίσκο, ενώ οι κιθάρες κινούνται σε πιο επικό στυλ. Κάτι άλλο που παραπέμπει επίσης στους Bathory, είναι ο ωμός ήχος του δίσκου, παρ’ όλη την τεχνική κατάρτιση των μελών.  Εδώ επίσης ακούμε για πρώτη φορά τα αγαπημένα καθαρά φωνητικά του Alan Averill τα οποία ενισχύουν την – έτσι κι αλλιώς προφανή – Bathory επιρροή. Κάπως έτσι, οι Ιρλανδοί έβγαλαν τον πρώτο τους μεγάλο δίσκο, βρήκαν το μουσικό τους δρόμο και ο κόσμος άρχισε να γίνεται λίγο καλύτερος. Μετά από αυτό το δίσκο, η μπάντα κυκλοφορεί το “The Burning Season”, ένα EP το οποίο πολύς κόσμος το θεωρεί ως την καλύτερή τους στιγμή. Παρόλο που δεν είναι η αγαπημένη μου Primordial κυκλοφορία, δε μπορώ εν τούτοις να διαφωνήσω, καθώς με αυτή τη μπάντα είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να διαλέξεις. Μετά λοιπόν από αυτό, το συγκρότημα κυκλοφορεί το τρίτο του full-length στις 22/05/2000 από τη Hammerheart, με τίτλο “Spirit The Earth Aflame”. Αυτός ο δίσκος λοιπόν, σφράγισε και τυπικά τη μουσική μεταστροφή του σχήματος σε πιο παραδοσιακές φόρμες. Τα black metal στοιχεία είναι εμφανώς λιγότερα, ο ήχος είναι σχετικά πιο καθαρός σε σύγκριση με το προηγούμενο άλμπουμ, αλλά ακόμα αρκετά ωμός και η ατμόσφαιρα και τα παραδοσιακά στοιχεία κυριαρχούν, όπως επίσης και οι μεγάλες διάρκειες. Είναι ένα πραγματικό ευτύχημα ένα συγκρότημα να είναι σε θέση να γράψει μακροσκελή τραγούδια χωρίς να ακούγεται φλύαρο και οι Ιρλανδοί είναι από τα λίγα σχήματα που το καταφέρνουν.

Λίγο αργότερα λοιπόν, το 2002, η μπάντα θα κυκλοφορήσει το “Storm Before Calm”, ένα δίσκο εμφανώς πιο επιθετικό από τον προκάτοχό του, με λίγο μικρότερη διάρκεια, αλλά ταυτόχρονα μελωδικό, με τα χαρακτηριστικά παραδοσιακά ιρλανδικά όργανα, τον ωμό ήχο και φυσικά την αγαπημένη χαρακτηριστική φωνή του Alan Averill. Με απλά λόγια, το “Storm Before Calm” είναι στον πυρήνα του ένας black metal δίσκος που όμως αντικατοπτρίζει τους αλλαγμένους Primordial εκείνης της εποχής και όχι αυτούς του ντεμπούτου. Είναι ένας φοβερός δίσκος (όπως άλλωστε οι περισσότεροι), ο οποίος έδωσε μια πρόγευση για το μεγαλείο που θα ακολουθήσει και θα κάνει τους Primordial μεγάλους. Κάπως έτσι, η σκοτεινή περίοδος του συγκροτήματος λήγει και ξεκινάει αυτή των αριστουργημάτων, της διεθνούς αναγνώρισης, του ακόμα πιο επικού ήχου και της υπόκλισης στα “Hammerheart” και “Twilight Of The Gods” μέχρι τη σόλα.

2003-2014: Η ολοκληρωτική αλλαγή στο ύφος και η διεθνής αναγνώριση

Οι Primordial πλέον ακούγονται σαν Primordial. Κανείς δεν μοιάζει με αυτούς και δεν πρόκειται να βγει μπάντα που συνδυάζει με τέτοιο τρόπο τις επιρροές τους. Η κυκλοφορία του “Dark Romanticism” compilation το 2004 είναι στην ουσία η τελευταία των black metal Primordial. Γιατί μετά, το στοιχείο αυτό παρέμεινε στη μουσική τους σαν μια μακρινή ανάμνηση. Εκείνη την περίοδο, η Metal Blade βλέπει ότι έχει να κάνει με μία μπάντα που είναι μία ανάσα μακριά από το να αφήσει το στίγμα της ανεξίτηλο στη μουσική μας και σπεύδει να υπογράψει τους Primordial στο ρόστερ της.

Στις 07/02/2005, οι Ιρλανδοί κυκλοφορούν το “Gathering Wilderness” και πιάνουν κορυφή, την οποία δεν λένε ακόμα να αφήσουν. Και λογικό, καθώς πρόκειται για ένα δίσκο-πραγματικό κομψοτέχνημα, ένα άλμπουμ το οποίο οι ίδιοι δεν ξεπέρασαν ποτέ και ούτε πρόκειται, ένα άλμπουμ τόσο καλό, που το ίδιο το συγκρότημα το αφιέρωσε στη μνήμη της μεγαλύτερής τους επιρροής, αυτή του Quorthon. Είναι ο δίσκος που περιέχει το καλύτερό τους κομμάτι και ένα από τα κορυφαία των τελευταίων ετών στη μουσική, το “Coffin Ships”. Και τέλος, ενώ είναι ο δίσκος-ολοκληρωτική στροφή για το συγκρότημα, με το επικό στοιχείο να έχει καταλάβει εξ’ ολοκλήρου τις συνθέσεις, έχει ίσως μια από τις πιο ωμές παραγωγές που έχουν κάνει, η οποία όμως ενισχύει στα μέγιστα την ατμόσφαιρα του δίσκου. Το άλμπουμ επιλέχθηκε από το Terrorizer Magazine σαν δίσκος του μήνα ενώ εμφανίστηκε και σε πολλές άλλες λίστες με τα κορυφαία της χρονιάς. Επίσης, η επιτυχία του οδήγησε το συγκρότημα στο να εμφανιστεί για πρώτη φορά σε αμερικάνικο έδαφος μαζί με τους Thyrfing και Moonsorrow στο Heathen Crusade Festival της Μινεσότα.

Όπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς, όταν έχεις πιάσει την κορυφή και έχεις μπει στο πάνθεον των μεγάλων, πρέπει να πείσεις τον κόσμο ότι δίκαια σε κατέταξε εκεί, παράγοντας έργα αντάξια του μεγάλου σου ονόματος. Και ένα τέτοιο μεγάλο έργο είναι το “To The Nameless Dead” που κυκλοφόρησε στις 16/11/2007 και είχε τον φαινομενικά θεόρατο στόχο να σταθεί δίπλα στο “The Gathering Wilderness”. Και θα τον πετύχει, με τον επίσης ωμό (αλλά λίγο πιο διαυγή) ήχο του, την ακόμα πιο μελαγχολική ατμόσφαιρα και φυσικά, κάποια από τα καλύτερα κομμάτια που έχει γράψει ποτέ του το συγκρότημα (“Gallows Hymn” λέμε και κλαίμε), το οποίο θα συνεχίσει να ανεβαίνει με το δίσκο να ψηφίζεται άλμπουμ της χρονιάς στο περιοδικό Chronicles Of Chaos. Στη συνέχεια, έπειτα με επιτυχημένες συναυλίες με μεγάλα σχήματα του χώρου, όπως οι Immortal, και την κυκλοφορία του “All Empires Fall” στις 15/03/2010 όπου η μπάντα θα αποδείξει ότι μπορεί να βγάλει και στο σανίδι τον επικό της ήχο, το Νοέμβριο του 2010 οι Ιρλανδοί μπαίνουν στο Foel Studio στην Ουαλία για να δουλέψουν με τον παραγωγό Chris Fielding ξανά. Το αποτέλεσμα της συνεργασίας τους άκουγε στο όνομα Redemption At The Puritan’s Hand και κυκλοφόρησε στις 22/04/2011. Είναι ακόμα ένας δίσκος ο οποίος κινείται στην ίδια βάση με τους προηγούμενους, ταυτόχρονα όμως με την έμπνευση να είναι ισάξια των δύο προηγούμενων δίσκων και τη διάρκεια πλέον να έχει ακουμπήσει τη μία ώρα και παρ’ όλα αυτά η μπάντα να το κάνει να φαίνεται χαλαρό μισάωρο. Κάπως έτσι λοιπόν, η περίοδος της μεγάλης ακμής έφτασε στο τέλος της για τους Primordial. Μια περίοδος στην οποία η μπάντα έγινε τεράστια, με χιλιάδες οπαδούς ανά την υφήλιο, με δίσκους οι οποίοι σήμερα είναι κλασσικοί και με έναν Nemtheanga να θεωρείται ένας από τους καλύτερους τραγουδιστές αυτής της γενιάς. Όχι κι άσχημα για μια μπάντα διασκευών έτσι; Η συνέχεια ωστόσο έχει κι αυτή να προσφέρει μεγαλεία όπως θα δούμε παρακάτω.

2012-2018: Οι συγκινήσεις συνεχίζονται – Η μπάντα σήμερα

Φτάνουμε λοιπόν στο 2014, τρία χρόνια μετά από το προηγούμενο αριστούργημα, οι Primordial θα κυκλοφορήσουν στις 25/11/2014 το Where Greater Men Have Fallen. Ένα δίσκο ισάξιο με το παρελθόν και το όνομα που έχει φτιάξει η μπάντα, με μεγαλοπρεπείς και δραματικές στιγμές, με το άλμπουμ να εστιάζει λίγο περισσότερο στην ατμόσφαιρα αυτή τη φορά. Μην ξεγελιέστε. Όπως και τα περισσότερα άλμπουμ τους, έτσι και αυτό, είναι μία κυκλοφορία αντάξια του ονόματος των Primordial και του ειδικού βάρους που αυτό κουβαλάει. Δύο χρόνια μετά, το 2016, θα απολαύσουμε το συγκρότημα να μεγαλουργεί στο σανίδι στο live album “Gods To The Godless”. Μέρος του να είσαι μεγάλη μπάντα, είναι και το να είσαι σε θέση να παίξεις ζωντανά καλύτερα από τους περισσότερους. Και αυτό το γνωρίζουν καλά οι Ιρλανδοί, οι οποίοι σε κάθε ζωντανή τους εμφάνιση παραδίδουν μαθήματα. Μετά από το EP “Heathen Legacy”, όπου η μπάντα θυμήθηκε τα νιάτα της και παρέδωσε μια ιδιαίτερη διασκευή στο “The Antichrist” των Slayer, οι Primordial κυκλοφορούν το επόμενο και τελευταίο τους άλμπουμ μέχρι σήμερα, ονόματι Exile Amongst The Ruins, ο οποίος είναι ο μόνος τους δίσκος που δίχασε τους οπαδούς σχετικά με την ποιότητά του. Η αλήθεια είναι ότι ενώ είχε δυνατές στιγμές (To Hell Or The Hangman πχ) μετά κάνει μια σχετική κοιλιά. Και πάλι όμως, ο δίσκος και αγκαλιάστηκε από το σύνολο του τύπου και δεν ήταν και πολλοί αυτοί που το χαρακτήρισαν ως μέτριο. Που ακόμα και έτσι, χαρακτηρίστηκε ως μέτριο για τα δεδομένα που έχουν χτίσει οι Primordial, που σημαίνει ότι για τα περισσότερα συγκροτήματα του χώρου, είναι ένας δίσκος του 8/10. Όλες οι μπάντες έχουν μια σχετικά αδύναμη στιγμή και μακάρι όλες οι αδύναμες στιγμές να ακούγονταν όπως αυτή των Ιρλανδών. Γιατί ας σκεφτούμε λίγο. Ποιες μπάντες έχουν δισκογραφία στην οποία επιβάλλεται να ακούσεις ο, τι έχουν βγάλει; Πολύ λίγες. Και οι Primordial είναι μία από αυτές. Και στις 20 του μήνα, θα διαπιστώσουμε από κοντά τι σημαίνει μία ζωντανή τους εμφάνιση. Τα λέμε εκεί!

Κείμενο: Θοδωρής Κατσικονούρης

haursen2 - 728|90|haursen2||https://www.facebook.com/HaursensGuitarWorkshop/|bothwhale_728x90 - 728|90|whale_728x90|||bothGreekrebels Banner 07052021-728×90 - 728|90|Greekrebels Banner 07052021-728×90||https://www.greekrebels.gr/epikoinonia/|bothnano designs 728×90 - 728|90|nano designs 728×90||https://www.facebook.com/Nanodesignart/|bothTatto Clinic Athens 728×90 - 728|90|Tatto Clinic Athens 728×90||https://www.facebook.com/tattooclinicathens|both
20000
110

Related posts

Leave a Comment

Leave a review

X