Οι Εγγλέζοι δημιουργήθηκαν το 2004, χρειάστηκε όμως να φτάσουμε στο 2014 για να δούμε ντεμπούτο τους “A New Code Of Morality” και στο 2020 για να δούμε διάδοχο, άγνωστο το γιατί. Αυτός λοιπόν είναι ο δεύτερος δίσκος των technical/brutal death metallers, οι οποίοι μάλιστα πήραν το φοβερό όνομα τους από μια cult ταινία τρόμου του 1971.
Όσον αφορά το δίσκο, η μπάντα ακούγεται αρκετά εμπνευσμένη στον τομέα του riffing ενώ δε τους λείπει η τεχνική κατάρτιση (εξ ου και το technical της υπόθεσης) με επιρροές τόσο από Suffocation (προφανώς) αλλά και από όλο το φάσμα του είδους, ενώ δε λείπουν και τα πιο μοντέρνα σε deathcore στυλ breakdowns. Πέρα όμως από τις πραγματικά πλούσιες κιθάρες, ο δίσκος πάσχει από κάποια προβλήματα τα οποία τον μειώνουν σημαντικά.
Αρχικά, η παραγωγή η οποία έχει αυξήσει πάρα πολύ τα μπάσα και κάνει το όλο το αποτέλεσμα κουραστικό χωρίς λόγο. Εξάλλου δε νομίζω ότι θα χάλαγε κάποιον αν καταλάβαινε τι έπαιζε το συγκρότημα. Σε δεύτερη φάση, τα φωνητικά του frontman, Tom Bradfield έχουν ξεπεράσει κάθε όριο και ακούγονται αστεία. Το να τραγουδάς extreme metal δε σημαίνει απλά ότι ουρλιάζεις πάνω από τη μουσική της υπόλοιπης μπάντας. Πρέπει να μπορείς να βγάλεις άρθρωση, να κόψεις και να προσθέσεις όπου αυτό είναι απαραίτητο. Αλλιώς δε προκαλείς τρόμο, αλλά γέλιο.
Τελευταίο και πιο σημαντικό, είναι ότι τα τύμπανα (τα οποία είναι τεχνικότατα) έχουν μηδαμινό βάθος με αποτέλεσμα να ακούγονται σαν κάποιος να χτυπάει σκουπιδοτενεκέδες αντί για τύμπανα. Και μιλάμε για τύμπανα σε έναν brutal death metal δίσκο, που σημαίνει ότι η ακρόαση δεν είναι και η πιο ευχάριστη όταν αυτά ακούγονται χωρίς το παραμικρό βάθος.
Είναι κρίμα ένα άλμπουμ που μπορεί να πει πράγματα να χαντακώνεται από τέτοια λάθη. Πραγματικά ελπίζω μακροπρόθεσμα να δουλέψουν αυτές τις ατέλειες γιατί είναι κρίμα μια τόσο δυνατή κιθαριστική δουλειά να χάνεται από κάτι τέτοιο.
6/10
Θοδωρής Κατσικονούρης
[email protected]