Τέταρτο άλμπουμ για τις Burning Witches οι οποίες κυκλοφόρησαν έναν γεμάτο και χορταστικό από άποψη ποσότητας δίσκο. Ζωστείτε λοιπόν το όπλο της επιλογής σας και πάμε να δούμε τι συμβαίνει στο “The Witch Of The North”. Το άλμπουμ στήνει ατμόσφαιρα με το εισαγωγικό “Winter’s Wrath” προκειμένου να εντάξει σωστά το ομότιτλο κομμάτι του δίσκου που ακολουθεί. Περίσσια επική διάθεση, σωστή πρώτη εντύπωση από κάθε άποψη, η μπάντα καθώς και το κομμάτι σε «τσιμπάνε» με το καλημέρα.
Καλπάζοντα riffs, ασταμάτητο drumming τόσο στο ομότιτλο όσο και στα επόμενα τρία κομμάτια, με το “Flight Of The Valkyries” να σπάει το σερί φαινομενικά, ρίχνοντας τις ταχύτητες και περνώντας σε φόρμες μπαλάντας. Φαινομενικά όπως είπα και παραπάνω, καθώς η μπάντα ανεβάζει και πάλι την ένταση λίγο μετά το πρώτο κουπλέ. Κάτι που γίνεται ξεκάθαρο πλησιάζοντας στα μισά του δίσκου είναι οι εξαιρετικές μελωδίες και αρμονίες στις κιθάρες όπως και οι ισορροπίες ανάμεσα στον χώρο και τον χρόνο που καταλαμβάνει τόσο η Romana όσο και η Larissa, κάτι που αυτόματα προδίδει ένα καλοδουλεμένο κιθαριστικό δίδυμο.
Τα επόμενα δύο κομμάτια, “The Circle Of Five” και “Lady Of The Woods” ξεχωρίζουν με το πρώτο άκουσμα εξαιτίας των καταπληκτικών φωνητικών μελωδιών τους στο μέρος του ρεφρέν. Πάρα πολύ ωραίες γραμμές, ευκολομνημόνευτες, πιασάρικες, σίγουρα από τα δυνατά σημεία του δίσκου. Τα υπόλοιπα τέσσερα κομμάτια, έξι μαζί με τα instrumental “Omen” και “Eternal Frost” που λειτουργούν σαν εισαγωγικό και outro αντίστοιχα, συνεχίζουν μέσες άκρες στην ίδια γραμμή με τα παραπάνω, με το “Nine Worlds” να ξεχωρίζει λίγο περισσότερο για το «λυσσασμένο» του κουπλέ.
Θα ήταν άδικο να παραβλέψω την εξαιρετική διασκευή του “Hall Of The Mountain King” των Savatage που υπάρχει σαν bonus κομμάτι. Πιστές στην αρχική εκτέλεση, με τον δικό τους φυσικά χαρακτήρα στο εκτελεστικό κομμάτι, με ιδιαίτερο σεβασμό στο μαγευτικό solo του Chris Oliva. Το κομμάτι αναπνέει μέσα από την μπάντα όπως και η μπάντα η ίδια μέσα από αυτό, δεν θα μπορούσαν να επιλέξουν πιο ταιριαστό κομμάτι για διασκευή.
Στο παικτικό κομμάτι μόνο θετικές είναι οι εντυπώσεις. Όπως ανέφερα και παραπάνω, οι Romana Kalkuhl και Larissa Ernst είναι ικανότατες, βάζοντας τα γυαλιά σε πολλούς «συναδέλφους» τους, γένους αρσενικού, εκεί έξω. Τόσο στο θέμα των riffs όσο και στο κομμάτι solo/lead είναι απολαυστικές. Το ρυθμικό τμήμα Jeanine Grob στο μπάσο και Lala Frischknecht στα τύμπανα είναι συμπαγές, σφιχτό με ιδιαίτερη μνεία στην Lala για το ασταμάτητο σφυροκόπημα καθ’ όλη την διάρκεια του άλμπουμ. Φτάνοντας στο δυνατό χαρτί της μπάντας, το κομμάτι της φωνής, πρέπει να πω πως η κληρονομιά και η παρακαταθήκη της τεράστιας Leather Leone εξακολουθεί να χτίζει μπάντες και καριέρες.
Έχοντας πει αυτό, η Laura Guldemond είναι καταπληκτική. Χαρακτήρας, τσαμπουκάς, χροιά, έκταση, επικότητα και ερμηνεία όλα άρτια και όλα στο εκατό της εκατό. Αρχικά η φωνή της με παρέπεμψε στην προσωπικά αγαπημένη μου Marta Gabriel, στην συνέχεια όμως καθώς τόσο ο δίσκος όσο και η φωνή της αναπτυσσόταν, με χαρά διαπίστωσα δικά της χαρακτηριστικά και στοιχεία.
Συνοπτικά λοιπόν, το “The Witch Of The North” είναι ένας πάρα πολύ καλός δίσκος επικού αλλά ποιοτικού heavy metal, γεμάτος riffs με νόημα και ουσία, εξαιρετική χρήση κιθαριστικών lead/solo και μελωδιών και μία φωνή που σπάει κόκαλα. Προσωπικά δεν θα τον προσπερνούσα αν ήμουν φίλος τόσο του κλασικού heavy όσο και του πιο επικού στοιχείου.
8/10
Κωνσταντίνος Μάρης
constantinemaris@gmail.com