Μετά από οχτώ ολόκληρα χρόνια επανέρχονται στο προσκήνιο με νέα ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά και ο τίτλος αυτής, “Hallucinations”. Ο λόγος για τους Gurd από την όμορφη Βέρνη της Ελβετίας. Πολλά τα χρόνια της αποχής αν κρίνουμε από τη συχνότητα με την οποία κυκλοφορούσαν τους δίσκους τους οι Ελβετοί thrashers. Στο σημείο αυτό να αναφέρω πως το “Hallucinations” είναι το δωδέκατο άλμπουμ του συγκροτήματος και κυκλοφορεί από την Massacre Records.
Ο δίσκος αποτελείται από δέκα κομμάτια και έχει διάρκεια περί τα σαράντα λεπτά, ενώ στην έκδοση βινυλίου διαρκεί δυο λεπτά παραπάνω (σ.σ.: η άχρηστη πληροφορία της ημέρας). Η ηχογράφηση έγινε ξανά στο Little Creek studio, του V.O Pulver, ο οποίος ανέλαβε τη μίξη και το mastering, με το αποτέλεσμα να είναι πάρα πολύ καλό. Επίσης στην ηχογράφηση του άλμπουμ βρέθηκαν και εκλεκτοί καλεσμένοι του συγκροτήματος, που έβαλαν και αυτοί ένα λιθαράκι για την ολοκλήρωση αυτής της δουλειάς. Αναφέρομαι σε δύο πρώην μέλη των Gurd, τους Bruno Spring (The Order, ex–Gurd) και Tommy B. (Monotrone, ex–Gurd). Ο πρώτος κατά σειρά ανέλαβε το solo στο “I Like The Pain” και ο δεύτερος το solo στο “Fear” και στο “Ship In Distress”.
Ο δίσκος ξεκινά δυναμικά με γρήγορα riffs, ξεκούρδιστες κιθάρες και το συγκρότημα να φωνάζει “Hey ho, let’s go” σαν άλλοι Ramones. Αναφέρομαι στο τραγούδι με τίτλο “Merry Go Ground”, ενώ τα “Devil’s Breed ” και “Taste For More” είναι κι αυτά στο ίδιο μήκος κύματος, γεμάτα από groovy riffs. Στο άλμπουμ όμως θα ακούσεις και πιο low tempo τραγούδια, με πολύ βαριά riffs δυνατά χτυπήματα στα τύμπανα και μια δόση από Pantera. Στιχουργικά, υπάρχουν τραγούδια όπως τα “Ship In Distress”, “Out Of Hand” και “Fear”, που αναφέρονται στην αδυναμία των πολιτικών να αλλάξουν κάτι προς το καλύτερο και το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η επανεκλογή τους. Το “I Like The Pain” μπορεί να θεωρηθεί ως φόρος τιμής σε παλιές περιοδείες με τους καλούς φίλους Pro–Pain, περιγράφοντας τη χαρά και τον πόνο του να βρίσκεσαι στο δρόμο. Ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα στιχουργικά είναι η μόλυνση που είχε επέλθει σε ένα μικρό νησί στα ανοικτά της βόρειας ακτής της Σικελίας, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να έχουν παραισθήσεις και να επικρατεί απόλυτη παράνοια. Σε αυτή την ιστορία αναφέρεται το “Devil’s Breed ”.
Συνολικά είναι ένα μέτριο άλμπουμ για εμένα από τη σκοπιά της έμπνευσης και της σύνθεσης, ταυτόχρονα όμως με πολύ καλό ήχο και με groovy ρυθμό που κάνει διασκεδαστική την ακρόαση. Θα περίμενα κάτι παραπάνω μετά από τόσα χρόνια αποχής, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι κακός δίσκος.
6,5/10
Ανδρέας Ζώρας
[email protected]