Τρίτος δίσκος για την deathcore τριάδα από τις Η.Π.Α.. Το συγκρότημα σχηματίστηκε το 2010 και κυκλοφόρησε το αυτοχρηματοδοτούμενο ντεμπούτο του “Poisson Of The Earth” το 2014. Ο δεύτερος δίσκος ήρθε το 2017 με τίτλο “Impuritize”. Μεσολάβησε το EP “Indwelling” δύο χρόνια νωρίτερα. Το συγκρότημα μας ακολουθεί την ρότα αρκετών αμερικάνικων και αυστραλέζικων συναδέλφων του τα τελευταία χρόνια, παίζοντας ένα μείγμα μοντέρνου death metal και deathcore, με αρκετά post-djent στοιχεία ως κερασάκι στην τούρτα.
Η μπάντα έχει ένα μοναδικό στοιχείο που την ξεχωρίζει από το τυπικό deathcore σχήμα: ενώ οι συνθέσεις τους δεν είναι τόσο πρωτότυπες, η μουσική έχει τόσο έντονη ενέργεια και δυναμική που σε παίρνει τελικά μαζί της. Το κομμάτι “False Awakening” είναι ίσως το καλύτερο δείγμα για τον τρόπο που η μπάντα πραγματοποιεί πολλαπλούς ελιγμούς εντός του φάσματος του ακραίου, κυρίως προσανατολισμένου σε υποϊδιώματα του death metal, ήχου.
Η διαφορά με τις προηγούμενες κυκλοφορίες είναι ότι ενώ εκείνες ήταν περισσότερο core παρά metal, εδώ συμβαίνει μάλλον το αντίθετο. Ταυτόχρονα, τα υποβόσκοντα prog στοιχεία κομματιών του παρελθόντος, όπως τα είδαμε για παράδειγμα στο “Of Talon And Teeth” του δεύτερου δίσκου, εδώ έχουν βγει μπροστά και διεκδικούν ενεργό ρόλο στον χαρακτήρα των κομματιών κι όχι απλώς διακοσμητικό στοιχείο.
Ο Steven Lane και ο Daniel Koppy, δηλαδή ο τραγουδιστής και ο drummer του συγκροτήματος αντίστοιχα, είναι πραγματικά οι σωστοί άνθρωποι στην σωστή θέση. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Η παραγωγή είναι καλογυαλισμένη αλλά αποφεύγει εντέχνως τον πλαστικό και άψυχο ήχο σχημάτων της ίδιας κατηγορίας. Είναι μικρές στιγμές, όπως η εισαγωγή του “Lamentations” που σου λύνουν την απορία γιατί σε κάποιες μπάντες εστιάζουμε τόσο στο πόσες και ποιες φορές έχουμε ξανακούσει αυτά που παίζουν, ενώ σε άλλες η ιδέα αυτή γίνεται μια λεπτομέρεια.
Όσο παίζουν λοιπόν τα δώδεκα κομμάτια του “Darkened Infinity” δε θα σας απασχολήσει το πόσοι και ποιοι μας τα έχουν ξαναπεί. Αντίθετα θα εστιάσετε στο γεγονός ότι η μπάντα με το όχι και τόσο ευρηματικό όνομα, τα λέει καλά. Και χτίζει ένα δίσκο ευκολοάκουστο, με πραγματικές δομές κομματιών κι ανέλπιστα για το ιδίωμα ωραία solos, που θα έπειθαν και ορισμένους που παθαίνουν ένα mini (ή και maxi) αναφυλακτικό σοκ στο άκουσμα της λέξης core. Αλλά ξεχάστε το αυτό. Αυτό που παίζουν, σε αυτήν τη φάση τουλάχιστον, μπορούμε να το αποκαλούμε απλά σύγχρονο death metal.
7,5/10
Χρύσα Γιουρμετάκη
chrysag.nioti@gmail.com