Heavy/power metal αντεπίθεση από τα Γιάννενα. Και είναι από εκείνες τις καλές, που ξέρεις ότι η έκβαση θα έχει καλό αποτέλεσμα. Οι Bandemonic δημιουργήθηκαν το 2009 σε μία εποχή που όλοι για κάποιο λόγο ήθελαν να παίζουν thrash, δείχνοντας μια σχετική αδιαφορία προς τον βαρύ, επικό ήχο. Ένα demo και ένα EP με τίτλο “Chains” (2012) ήταν αρκετά για να κεντρίσουν το ενδιαφέρον της Steel Gallery Records. Παρότι νέοι στο κουρμπέτι τα παιδιά κάθε άλλο από άπειρα είναι, έχοντας μοιραστεί το σανίδι με ονόματα παρόμοιου ήχου όπως Firewind, Wardrum, InnerWish, Grim Reaper, Helstar και Enforcer. Το ντεμπούτο του 2014 ονόματι “Fires Of Redemption” χαιρετήθηκε με ενθουσιασμό και ελπιδοφόρες κριτικές κάνοντάς τους ένα από τα ανερχόμενα σχήματα της εγχώριας σκηνής. Μετά από όλα αυτά, το νέο δεύτερο album είναι εδώ και συνεχίζει στην ίδια αξιοπρεπή πορεία του προκατόχου του.
Ξεκινώντας δε θα κρυφτώ πίσω απ’ το δάχτυλό μου και θα πω μία μεγάλη αλήθεια. Το “Against All Odds” δεν παρουσιάζει κάτι καινοτόμο ή πρωτοποριακό. Τέτοιες εκπλήξεις είναι δύσκολο έως απίθανο να συμβούν όταν μιλάμε για heavy/power metal κυκλοφορίες. Αντ’ αυτού, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να σταθείς στην ποιότητα των κομματιών. Και όσον αφορά τον τομέα αυτό, έχε στο νου σου πως στην ουσία πρόκειται για έναν πάρα πολύ καλό δίσκο επιρροών. Το “Against All Odds” – όπως και η ίδια η μπάντα – είναι σφυρηλατημένο μέσα στις ένδοξες ’80s heavy metal μέρες όταν το είδος μεσουρανούσε. Είναι ένα album που πετάει μέσα στο μπλέντερ τραγούδια απ’ όλες εκείνες τις μπάντες που αγάπησες και τις μετατρέπει σε σύγχρονα μίνι-έπη της ψηφιακής εποχής. Είναι ένα album φόρος τιμής σε Running Wild, Iron Maiden, Virgin Steele, αλλά και σε underground μεγαθήρια όπως Heaven‘s Gate, Lizzy Borden (πρόσεξε λίγο τα φωνητικά) και Liege Lord. Με λίγα λόγια αν είσαι οπαδός του Αμερικάνικου (κατά βάση) metal, δεν υπάρχει περίπτωση να μην το λατρέψεις.
Οπότε το “Against All Odds” είναι μία πολύ καλή και ταυτόχρονα σπάνια περίπτωση δίσκου heavy/power περιεχόμενου που να μην είναι βαρετή. Ναι. Μπορεί να μην αλλάζει τα μουσικά δρώμενα όπως τα ξέρουμε αλλά έχει βαρύτατα και παραδοσιακά heavy riffs, υπέροχες μελωδίες, παραγωγή που δεν το κάνει να ακούγεται βαβούρα και πάνω απ’ όλα τιμιότητα. Όσοι πιστοί τσεκάρετε χωρίς ενδοιασμούς.
7/10
Χάρης Μπελαδάκης
[email protected]