Συνεντεύξεις

Need

Βγάλανε σίγουρα ένα από τα καλύτερα και πιο προσεγμένα άλμπουμ, μιλώντας όχι σε εθνικό επίπεδο, αλλά σε παγκόσμιο. Το “Orvam: A Song For Home”, είναι ένας σταθμός πλέον στην πορεία των Need, αλλά και σίγουρα και μια νέα αρχή για την μπάντα 9 χρόνια μετά, όπως μας δηλώνει και ο τραγουδιστής, Γιάννης. Ήταν μια μεγάλη και κουραστική μέρα για τον ίδιο, μια μέρα αφιερωμένη στην μπάντα με άλλες συνεντεύξεις και φωτογραφήσεις, αλλά αυτή η κούραση αξίζει, όπως μας είπε και ο ίδιος. Μιλήσαμε για το δίσκο, την σκηνή στην Ελλάδα, την πορεία του συγκροτήματος, αλλά και το ότι γράφουν νέα τραγούδια και ότι δεν θα αργήσουν ξανά τόσο για νέο δίσκο!

Συγχαρητήρια για το “Orvam: A Song For Home”! Πως αισθάνεστε με το αποτέλεσμα; Ποιες είναι οι αντιδράσεις μέχρι στιγμής;

Θετικότατες, έως και ενθουσιώδεις σε περιπτώσεις. Γενικά πολύ ευχαριστημένοι. Ήταν πολύ δύσκολη, επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία. Είμαστε αρχικά πολύ πιο ήρεμοι τώρα που κυκλοφόρησε. Με το συγκεκριμένο άλμπουμ νιώσαμε ότι κάναμε μια υπέρβαση του εαυτού μας σε σχέση με ό, τι έχουμε κάνει μέχρι τώρα. Και η χειρότερη μπάντα του πλανήτη όταν γράφει τραγούδια αισθάνεται ότι κάνει κάτι. Νιώθουμε ότι έχουμε κάνει κάτι πολύ καλό, πολύ ποιοτικό και μας πήρε τόσο καιρό από τότε που τελειώσαμε τα τραγούδια και τις ηχογραφήσεις, κάπου την άνοιξη του 2012, και λέγαμε άντε να βγει για να μπορούμε να παίξουμε και να τα ακούει ο κόσμος.

Συνεργαστήκατε με μεγάλα ονόματα του χώρου και ελληνικά και ξένα (Fotis Bernardo, Alan Douches, Neil Kernon). Πως προέκυψαν αυτές οι συνεργασίες;

Αρχικά γράψαμε στο στούντιο του Φώτη, γιατί ο προηγούμενος μας drummer, ο Πέτρος, παίζει στην μπάντα του, τους SixForNine και λίγο πριν γράψουμε εμείς το δικό μας δίσκο, είχαν γράψει εκείνοι και ήταν πολύ ευχαριστημένος με τα τύμπανα. Οπότε πήγαμε εκεί για τα τύμπανα αρχικά, αλλά μας άρεσε η φάση και γράψαμε όλο το άλμπουμ εκεί. Για το θέμα της μίξης, όταν συζητούσαμε έπεσαν πάρα πολλά ονόματα από γνωστούς και από φίλους και από Έλληνες και ξένους. Σε κάποια φάση θέλαμε να κάνουμε την υπέρβαση και να το στείλουμε έξω, όπου εκεί αρχίζαμε να εξετάζουμε τι ενδεχόμενα έχουμε, ποιοι μας αρέσουν κτλ. Πήραμε κάποιες προτάσεις από πάρα πολύ γνωστούς, το οποίο είναι πολύ αισιόδοξο το ότι αρχικά σε παίρνουν στα σοβαρά, γιατί κάποιοι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι είμαστε μια τριτοκοσμική χώρα.

Επειδή είστε Έλληνες;

Ναι. Όχι στην συγκεκριμένη δουλειά, γενικότερα, από θέμα εταιρειών, manager ή οτιδήποτε. Αλλά στο θέμα των παραγωγών μας απάντησαν και κάποιοι πολλοί γνωστοί, αλλά κάποιοι ήταν εκτός του budget μας. Ο Kernon είναι αυτός που είχε πέσει πολλές φορές το όνομά του στο τραπέζι και ήταν στο budget μας και μας αρέσουν κυρίως τα άλμπουμ που έχει κάνει με τους Nevermore. Έτσι αποφασίσαμε να μας κάνει αυτός την μίξη και συμπτωματικά ο άνθρωπος που συνεργάζεται στο mastering είναι ο Alan Douches, που μας είχε κάνει πάλι το mastering στο “Siamese God”. Οπότε κόλλησαν μια χαρά.

Πιστεύω πως το “Orvam..” είναι το πιο sophomore άλμπουμ σας μέχρι στιγμής. Πως πιστεύετε πως έχετε αλλάξει σαν μουσικοί από την πρώτη σας κυκλοφορία “Wisdom Machine” του 2006;

Απ’ το “Wisdom Machine”; Πω πω! Πάρα πολύ, άλλοι άνθρωποι. Αυτό έχει να κάνει και με την ηλικία και με τα βιώματα και με τα ακούσματα και με την μουσική παιδεία που έχουμε αποκτήσει είτε εξασκούμενοι, είτε παίζοντας. Με την ωριμότητα που προσθέτει η ηλικία κάποιες φορές, όχι πάντα. Αν δούμε το κάθε άλμπουμ μας σαν αποτύπωση της μουσικής μας ταυτότητας σε κάθε εποχή, αυτό βλέπω. Αλλά σαν mentality δεν έχουν αλλάξει και πολλά πράγματα, δηλαδή δεν έχουμε ξεφύγει από αυτό που θέλαμε να κάνουμε εξ’ αρχής. Θέλαμε να παίζουμε την μουσική μας και θέλαμε να παίζουμε αυτό που μας εκφράζει με οποιοδήποτε κόστος, αν θες. Κακά τα ψέματα δεν παίζουμε και την πιο εύκολη μουσική του κόσμου, αλλά αυτή μας έκατσε. Η βασική διαφορά είναι στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε την μουσική παικτικά και ως επιρροή. Προσωπικά μιλώντας, τότε ήμουν πιο επικεντρωμένος στο metal, τώρα έχουν ανοίξει λίγο πιο πολύ οι ορίζοντές μου. Επίσης, η εμπειρία, από τότε έχουμε παίξει πάρα πολύ είτε με τους Need ή με άλλα project που ο καθένας έχει κατά καιρούς και σίγουρα όσες ώρες και να κάτσεις στο στούντιο να τζαμάρεις και να κάνεις πρόβες, αν δεν βγεις στο live, δεν γίνεται τίποτα.

Υπάρχει κάποιο concept πίσω από το δίσκο;

Εν μέρει ναι. Είναι concept όσον αφορά την ατμόσφαιρά του πιο πολύ. Στο ότι βγάζει αυτήν την σκοτεινή, μελαγχολική ατμόσφαιρα και στο ότι, εντός πολλών εισαγωγικών, μιλάει για  εσωτερικούς – κοινωνικούς – υπαρξιακούς – πολιτικούς προβληματισμούς στιχουργικά. Δεν είναι concept με την έννοια ότι λέει μια ιστορία, αλλά όλα τα τραγούδια έχουν ένα κοινό άξονα στιχουργικό, ο οποίος εν πολλοίς είναι αυτή η περιρρέουσα μελαγχολία που υπάρχει παντού, σε όλο τον κόσμο, όχι μόνο στην Ελλάδα, σε εμάς ίσως λίγο πιο πολύ τα τελευταία χρόνια και το πως τη βιώνει και την αντιμετωπίζει ο καθένας εσωτερικά και κοινωνικά. Αυτό είναι σαν πολύ γενικό πλάνο, γιατί έχω αποφασίσει ότι δεν θέλω να αναλύω τους στίχους γιατί έχω παρατηρήσει ο καθένας που μιλάω τους αντιλαμβάνεται διαφορετικά, οπότε προσπαθώ να το αποφεύγω.

Εξήγησε μου λίγο τον τίτλο του άλμπουμ.

Θα ήθελα να μου πεις εσύ τι καταλαβαίνεις σε πρώτη φάση..

“Orvam”, το μαύρο ανάποδα, που αποπνέει σε όλο το δίσκο μια μελαγχολία και όλη την μαυρίλα. Το “Home” ότι θέλουμε να γυρίσουμε στις ρίζες μας, στο σπίτι μας, στο μαζί, τι;

Ωραία. Όλα αυτά ή και τίποτα. Δεν ξέρω. Ο καθένας το εκλαμβάνει όπως θέλει. Συζητούσα με ένα φίλο πρόσφατα ότι κάποιο στίχοι από τραγούδια που έχω γράψει εγώ αλλιώς τα είχα στο μυαλό μου όταν τα έγραφα και σε φάσεις μου σκάνε διαφορετικές ερμηνείες των δικών μου στίχων, πόσο μάλλον κάποιος άλλος που δεν έχει και καμία σχέση. Πάντα το θαυμάζω και εγώ αυτό σε στίχους άλλων. Παραδείγματος χάρη ένα διάσημο τραγούδι το “Dance Me To The End of Love” του Leonard Cohen μιλάει για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Γερμανία. Αν δεν το ψάξεις όμως δεν θα το μάθεις ποτέ, αλλά δεν έχει σημασία, σημασία έχει τι σου κάνει εσένα. Αλλά το “Home” μπορεί να είναι αυτό που λες εσύ. Από το μαζί, από τις ρίζες, μπορεί να είναι από τις ρίζες τις δικές μας τις ελληνικές, μπορεί  να είναι για το σπίτι μας στην Ελλάδα του σήμερα, μπορεί να είναι για το “Home” μέσα μας, στον εαυτό μας. Διαλέξτε και πάρτε (γέλια).

Μετά την ηχογράφηση είχατε κάποιες αποχωρήσεις μελών. Τι έγινε ακριβώς; Πως προέκυψε η συνεργασία με τα νέα μέλη;

Αφού τελείωσε το άλμπουμ είχαμε κάποιες διαφωνίες σε θέματα τεχνικά, ηχητικής προσέγγισης. Ξεκίνησαν κάποιες διαφωνίες με το ποιος θα κάνει την μίξη, γιατί πριν αποφασίσουμε τελικά, είχαμε πάρει κάποια δείγματα μίξης, στους μισούς άρεσε το ένα, στους άλλους μισούς το άλλο, υπήρχαν κάποιες διαφωνίες εκεί πέρα. Το ένα έφερε το άλλο και δεν τα βρίσκαμε εν τέλει, “χωριστήκαμε σε στρατόπεδα”, οπότε και για να συνεχίσει να παίζει η μπάντα και να μην φτάσουμε στο σημείο να μαλώσουμε, οι άλλοι μισοί έφυγαν. Πλέον μπορώ να πω ήταν πολύ καλή απόφαση και πολύ θετικό ότι έγινε αυτό, γιατί έχει δώσει άλλον αέρα στην μπάντα, μια ανανέωση. Το να φέρνεις καινούριους μουσικούς πάντα δίνει το κάτι παραπάνω. Ακόμα και στα παλιά τα κομμάτια, που έχεις “βαρεθεί να τα παίζεις” πλέον τα βλέπεις με άλλο μάτι, ή αυτί, γιατί είναι κάτι καινούριο. Είναι πολύ καλό το κλίμα. Με τον Βίκτορα, είχα συνεργαστεί πάρα πολλές φορές, σε διάφορες δουλειές, ο οποίος έφερε τον Στέλιο. Είναι σαν να ξεκινάμε από την αρχή. Γενικότερα, το άλμπουμ μας φαίνεται σαν μια νέα αρχή, χωρίς να διαγράφουμε το παρελθόν μας σε καμία περίπτωση, απλά είναι κάτι τελείως καινούριο, ακόμα και σαν αντιμετώπιση και σαν ανταπόκριση δεν έχει καμία σχέση με ό, τι έχουμε κάνει πιο παλιά.

Αν ήταν να αλλάξετε κάτι στην πορεία σας, τι θα αλλάζετε και γιατί;

Ίσως το ότι σε σημεία δεν ήμασταν αρκετά αφοσιωμένοι στην μπάντα, θεωρώ ότι περάσανε περίοδοι στην μέχρι τώρα πορεία μας, που ήμασταν και δεν ήμασταν, εγώ σίγουρα δηλαδή, το οποίο συνέβη και για κάποιους λόγους, αλλά αυτό σίγουρα το έχω μετανιώσει. Παρατηρώ, ειδικά τα τελευταία χρόνια και από τότε που το “Orvam” μπήκε σε μια πορεία, όταν ασχολούμαι με αυτό το πράμα με κάνει να μπαίνω σε πολύ θετικό mood και σε πολύ αποφασισμένο, όσο μη ρεαλιστικό και αν ακούγεται αυτό. Με κάνει να ξεφεύγω, όχι με την ονειροπολίστικη έννοια. Ίσως μάλλον και το γεγονός ότι κάναμε πολύ καιρό να βγάλουμε δίσκο, αυτό προσπαθούμε να το διορθώσουμε ήδη, δουλεύοντας πάνω σε καινούρια κομμάτια. Μπορεί να φαίνεται πολύ σύντομο, αλλά είμαστε ήδη στη διαδικασία της σύνθεσης.

Πως βλέπεις την σκηνή στην Ελλάδα και δει την progressive; Πόσο έχει αλλάξει από τότε που ξεκινήσατε;

Είμαι λίγο αναποφάσιστος να μπορέσω να πω ότι υπάρχει progressive σκηνή στην Ελλάδα, υπάρχουν κάποιες μπάντες, αλλά δεν το λες και σκηνή. Δεν είναι ότι υπάρχει αυτός ο αναβρασμός που υπάρχει σε άλλα είδη. Σε σχέση με το όταν ξεκινήσαμε, σίγουρα δείχνουν καλύτερα σημάδια, κυκλοφορούν καλές δουλειές, οι μπάντες οι οποίες τις βγάζουν δείχνουν μια διάθεση περαιτέρω πειραματισμού και πιο επαγγελματικής αντιμετώπισης της δουλειάς τους. Υπήρχε μια παλιά γενιά progressive, Fortress Under Siege, Guardian Angel, Horizon’s End), η οποία ήταν πολύ περιορισμένη. Μετά ήταν η δεύτερη γενιά, η οποία αυτή και αν ήταν περιορισμένη. Οι μόνες μπάντες που ακουγόντουσαν ήταν οι Fragile Vastness και οι Wastefall, αλλά δεν το κυνηγήσανε και πολύ ή ψαχτήκανε προς τα έξω.

Δεν υπάρχει και progressive κοινό στην Ελλάδα νομίζω..

Ισχύει. Δεν ξέρω αν υπήρχε ποτέ νομίζω. Κάποτε μπορεί. Αν εξαιρέσεις τις πολύ μεγάλες μπάντες όπως τους Theater ή Fates Warning, άντε και Queensryche, δεν ξέρω πόσοι ακούνε progressive. Αλλά είναι και δικό μας φταίξιμο, το mentality της progressive μουσικής είναι να μην βάζεις καλούπια στον εαυτό σου και στην μουσική σου, πόσο μάλλον να βάζεις καλούπια σε σχέση με το ποιος σε ακούει, δηλαδή το progressive είναι μια ταμπέλα για να περιγράψουμε τη διαδικασία που γράφουμε μουσική ενδεχομένως, αλλά στην πραγματικότητα εγώ νομίζω πως μπορεί να μας ακούσει ο οποιοσδήποτε. Τα τελευταία λίγα χρόνια γίνεται μια προσπάθεια πάντως και με χαροποιεί αυτό. Όπως και το ότι πολλές μπάντες παίζουν έξω, μπαίνει λίγο η φάση στο χάρτη. Υπάρχει ακόμα αυτή η προκατάληψη.

Έχετε παίξει σε πολύ μεγάλα lives, festival στην Ελλάδα αλλά και έχετε κάνει και περιοδείες στο εξωτερικό. Θα ξεχωρίζατε κάποιο και γιατί;

Σίγουρα το Sonisphere. Και σαν εμπειρία και σα διοργάνωση και σαν αντιμετώπιση από τη διοργάνωση και με τα ονόματα. Είναι και το μεγαλύτερο live που έχουμε κάνει και από θέμα κόσμου. Αυτό εννοείται ότι ήταν ιδιαίτερη στιγμή. Το βασικό για μένα ήταν το θέμα της αντιμετώπισης, γιατί για πολλά χρόνια έπαιζε και αυτό ότι εντάξει είναι ελληνική μπάντα. Είχαμε τα δικά μας καμαρίνια σαν Need, είχαμε τον backstage χώρο που χρησιμοποιούσανε και οι Iron Maiden και οι Slipknot, δεν ήμασταν οι παρακατιανοί και επίσης 12 το μεσημέρι που παίξαμε είχε 1000 άτομα από κάτω. Ύστερα το τουρ είναι φανταστική εμπειρία για εμάς, μάθαμε πάρα πολλά πράγματα, επιτέλους καταφέραμε να βγάλουμε ένα καινούριο άλμπουμ και προσπαθούμε να το επαναλάβουμε όσο πιο σύντομα γίνεται, αν και δύσκολο, αλλά είμαι αισιόδοξος.

Όπως το τουρ με τον Jon Oliva…

Αυτό. Κάναμε 15 live σε 20 μέρες, το οποίο ήταν καλό.

Είχες ανέβει και στην σκηνή και είχες τραγουδήσει Savatage..

Ναι.

Πως αισθάνθηκες τότε;

Κοίταξε να δεις, θα σου πω. Δεν θέλω να το πάρω πάνω μου, αλλά μπορώ (γέλια). Οι Savatage είναι η αγαπημένη μου μπάντα από πάντα, συμπτωματικά και το πρώτο cd που αγόρασα, οπότε έκτοτε έχω μια ιδιαίτερη σχέση με τους Savatage. Το 2004 είχα μια μπάντα που παίζαμε hard rock, τους Wheelrunner και είχαμε παίξει support στον Oliva την πρώτη φορά που είχε έρθει, στο Ρόδον και στην Υδρόγειο, όπου είχε  γίνει εκεί πρώτη φορά το κόλπο. Εκεί ήταν τελείως σαν τη φάση με την ταινία από το Rockstar αν την έχεις δει, που ήμουν στο κάγκελο και απλά με ανέβασε πάνω στην σκηνή. Εκεί ήταν το πρώτο σοκ. Τώρα στο τουρ, εγώ είχα ήδη μια σχέση με τον Oliva και με τους Savatage πιο προσωπική, αλλά έγινε μια σύσφιξη και κάπου προς τα μέσα είχαν χαλαρώσει λίγο τα πράγματα, είχαμε βρει τους ρυθμούς μας σε μια δόση έγινε αυτό με ανέβασε στο stage, πάλι κατά τύχη, έβλεπα το show από το πλάι και απλά με τράβηξε πάνω και είπαμε το “Hall Of The Mountain King” και έκτοτε στα επόμενα live μου έλεγε: “Σήμερα θέλω να βγεις να πεις το “Gutter Ballet”, την άλλη μέρα το “Believe” , την επόμενη το “When The Crowds Are Gone””, και έλεγα εδώ είμαι, στη διάθεση σου. Οπότε, ήμουν σαν χαζοχαρούμενος εκείνο τον καιρό. Ήταν απίστευτη εμπειρία να παίζεις με τον αγαπημένο σου μουσικό. Αν μου έλεγες π.χ. να τζαμάρεις με τους Iron Maiden μπροστά σε 50000 κόσμο ή με τον Jon Oliva μπροστά σε 500, θα σου έλεγα τον δεύτερο χωρίς δεύτερη σκέψη, γιατί είναι αδυναμία. Οπότε, αφού έγινε, τώρα φέρτε μου τους Iron Maiden (γέλια).

Τι θα συμβουλεύατε νέες μπάντες που ξεκινάνε τώρα και με χαμηλό budget;

Θα πρέπει με έναν τρόπο, το οποίο είναι πάρα πολύ υγειές  όταν συμβαίνει, να εκμεταλλευτούνε όλοι τον κύκλο τους. Και για μας μιλάω σε έναν βαθμό. Είμαι σίγουρος ότι κάθε μπάντα έχει έναν φίλο φίλου ή κολλητό κολλητού, ο οποίος μπορεί να είναι ηχολήπτης ή να ξέρει που μπορεί να βοηθήσει σε πρώτη φάση κάνοντας ένα demo π.χ. αν κάποιος δεν έχει το budget για να πάει σε στούντιο, ή να δώσει μια μίξη έξω, σίγουρα υπάρχει ένας τρόπος σε πρώτο επίπεδο να γίνει μια πάρα πολύ καλή δουλειά στο σπίτι. Σίγουρα θα έχεις ανθρώπους στον κύκλο σου που θα μπορούν να σε βοηθήσουνε με το ελάχιστο δυνατό κόστος και αν θες να δώσεις κάποια λεφτά στα σοβαρά θα πρέπει να το κάνεις στην μίξη, κατ’ εμέ, χωρίς απαραίτητα να το στείλεις έξω και εδώ υπάρχουν πολύ καλά ονόματα. Αλλά πέρα από αυτό υπομονή, επιμονή, παίξιμο (πρόβες και μελέτη) και κοινό στόχο, σκεπτικό. Αν σε μια μπάντα ο καθένας σκέφτεται τα δικά του δεν θα γίνει ποτέ τίποτα.

“There is no future for us…” Υπάρχει μέλλον για την μουσική στην Ελλάδα;

Θέλω να πιστεύω πως ναι. Μπορεί να λέει  αυτό ο στίχος, αλλά δεν θέλω να είμαστε απαισιόδοξοι, άσχετα αν μας βγαίνει καμιά φορά. Πιστεύω ότι υπάρχει απλά είναι πάρα πολύ δύσκολο και επίπονο, αλλά στην πραγματικότητα όταν κάνεις τη δική σου μουσική και πιστεύεις πολύ σε αυτό που κάνεις, κάπως βρίσκει τον δρόμο του. Δεν θέλω να είμαι ο τύπος που κλαίγεται και να λέω πως όλα θα πάνε σκατά και χειρότερα, μπορεί να γίνει και αυτό, δεν το ξέρω, προς τα εκεί δείχνει, αλλά δεν θέλω να είμαστε και πεσιμιστές. Είμαστε σε μια φάση που σαν μπάντα περάσαμε από τις καλές εποχές, ακόμα και οικονομικά, και μέσα από όλο αυτό έφτασε το 2014 που είναι η συνέχεια της πτώσης της γενικότερης, οπού εμάς είναι μέχρι στιγμής το καλύτερο μας άλμπουμ και σαν ανταπόκριση και σαν αποτέλεσμα, δεν ξέρεις πως δουλεύουν αυτά τα πράγματα, αυτό παρατηρώ. Συνεχίζουμε να κάνουμε αυτό, το οποίο ξεκινήσαμε στην αρχή ελπίζοντας κάποια στιγμή να μας βγει.

Το ιντερλούδιο “Hotel Oniro” για τ ακριβώς μιλάει;

Είναι μια σύνθεση του κιθαρίστα μας του Ravaya, δεν θέλω να μιλάω πολύ για αυτά που έχει γράψει. Μιλάει στην πραγματικότητα για το πως αντιμετωπίζουν κάποιοι την ζωή, αλλά σε μια πιο μικρή κλίμακα και τι επιλογές κάνεις μέσα στην ζωή σου, αν συνεχίζεις ή αν παραιτήσε, το οποίο εμένα με συγκινεί κάθε φορά που το ακούω.

Τα λόγια στο τέλος του “Orvam” είναι στα ελληνικά. Πως αποφασίσατε να το κάνετε αυτό;

Επίσης δάκτυλος Ravaya. Όταν μου είπε τον τίτλο, μου είπε ότι το “Orvam” για αυτόν είναι μια πολύ συγκεκριμένη κατάσταση στο μυαλό του, η οποία δεν είναι μαύρο όμως, αλλά δεν είναι και άσπρο, είναι κάτι άλλο, που έχει δική του ζωή. Τα λόγια αυτά είναι η ερμηνεία που δίνει σε αυτήν την κατάσταση.

Ποια είναι τα μελλοντικά σχέδια των Need;

Προσπαθούμε να κάνουμε κάποιες επαφές για κάποια περιοδεία στο εξωτερικό, έχουμε κάποια live για μέσα στην άνοιξη που θα παίξουμε Αθήνα, Θεσσαλονίκη με τους Poem, οι οποίοι ετοιμάζουν και αυτοί καινούρια δουλειά και περιμένω πως και πως να την ακούσω. Θα κάνουμε και ένα live στην Πάτρα τον Μάιο, όπου θα παίξουμε μαζί με τους Planet Of Zeus, που και αυτό είναι καλό live, δεν έχουμε παίξει και ποτέ στην Πάτρα. Περιμένουμε απαντήσεις από κάποια μέρη και κοιτάμε και για festivals για το καλοκαίρι, αλλά πιο πολύ επικεντρωνόμαστε στο φθινόπωρο και τον χειμώνα για το τι θα κάνουμε και προσπαθούμε να δούμε και για έξω. Και γράφουμε καινούρια κομμάτια.

Αυτό ήτανε. Σε ευχαριστώ πολύ Γιάννη για τον χρόνο σου. Κλείσε την συνέντευξη όπως εσύ θέλεις..

Και εγώ. Αυτό είναι το χειρότερο μου πάντα.. τι να πω;

Δώσε ένα μήνυμα στον λαό..

Λαέ.. της Ελλάδας αντίσταση για πάντα! Να μην τα βλέπει όλα μαύρα, να τα βλέπει λίγο Orvam..

Τένια Λάρδα

https://www.facebook.com/needband

https://needband.bandcamp.com/

http://www.youtube.com/needband

Band Members:

Jon V. – Φωνητικά

Ravaya – Κιθάρες

Anthony – Πλήκτρα

Victor – Μπάσο

Stelios – Τύμπανα

Discography:

The Wisdom Machine, 2006

Siamese God, 2009

Orvam: A Song for Home, 2014

nano designs 728×90 - 728|90|nano designs 728×90||https://www.facebook.com/Nanodesignart/|bothhaursen2 - 728|90|haursen2||https://www.facebook.com/HaursensGuitarWorkshop/|bothRodStudios_728x90 - 728|90|RodStudios_728x90|||bothTatto Clinic Athens 728×90 - 728|90|Tatto Clinic Athens 728×90||https://www.facebook.com/tattooclinicathens|bothGreekrebels Banner 07052021-728×90 - 728|90|Greekrebels Banner 07052021-728×90||https://www.greekrebels.gr/epikoinonia/|both
20000
110

Related posts

Leave a Comment

Leave a review

X