Δύο μπάντες έχουν εμπνευστεί το όνομα τους από το ηφαίστειο της Mordor και τη μυθολογία του J. R. R. Tolkien. Αμφότεροι Αμερικάνοι. Οι μεν είναι από το Oregon και παίζουν black metal και οι δε είναι η doom metal μπάντα για στην οποία θα αναφερθούμε σε αυτήν εδώ την κριτική. To κουαρτέτο υπάρχει από το 1998, με ένα μονοετές διάλειμμα το 2000 και έχει κυκλοφορήσει δύο δίσκους, τέσσερα demos, ένα EP και ένα split παρέα με τους θεούληδες Reverend Bizarre.
Το ντεμπούτο τους “Epicurean Mass” κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 2003 και αυτή εδώ είναι η δεύτερη επανέκδοσή του. Η πρώτη ήταν το 2009 και περιείχε τα επιπλέον κομμάτια από το split με τους Reverend Bizarre. Η τριάδα μοιράζεται πολλά ηχητικά κοινά με τους συμπατριώτες της The Gates Of Slumber αλλά ο ήχος τους είναι μπολιασμένος με το επικό στοιχείο ευρωπαϊκών σχημάτων όπως οι Candlemass, σε αντιπαραβολή την stoner «βρωμιά» της αντίστοιχης αμερικάνικης doom σκηνής.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το κομμάτι “Melancholia”, που είναι ξεκάθαρα παιδί του “Nightfall” των ιστορικών Σουηδών αλλά και το “War Cry” που δανείζεται την goth αισθητική του doom metal των Peaceville Three. Η κιθαριστική προσέγγιση των John Gallo και Nick Tydelski είναι εμπνευσμένη από το δίδυμο των Trouble και τον NWOBHM ήχο που οι τελευταίοι πάντρεψαν με τους Black Sabbath. Tα τύμπανα του Mike Waske είναι ολόσωστα παιγμένα και παρόλο που η παραγωγή και μίξη ήχου δεν τους δίνει πάντοτε το κατάλληλο αβαντάζ, επιτυγχάνουν το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Γενικότερα, ο δίσκος πάσχει μερικώς σε θέματα παραγωγής, γεγονός που γίνεται ακόμα πιο εμφανές με το πέρασμα του χρόνου που έχει μεσολαβήσει της αρχικής κυκλοφορίας. Το γεγονός αυτό όμως δεν επισκιάζει τα εγγενή καλά του χαρακτηριστικά, όπως την στιχουργική δουλειά του Mike Puleo, η οποία λάμπει στο δεύτερο μισό και σκοτεινότερο μέρος του δίσκου. Ο οποίος δεν έχει καταφέρει να γεράσει καλά σε όλα του τα σημεία αλλά έχει διατηρήσει τελικά το αρχικό θετικό του πρόσημο.
6,5/10
Χρύσα Γιουρμετάκη
chrysag.nioti@gmail.com