[Option A]
Οι Βέλγοι The Black Heat Rebellion θεωρούνται περισσότερο κολεκτίβα παρά κανονική μπάντα και είναι μια ιδιαίτερη αλλά και ενδιαφέρουσα περίπτωση. Το 2ο τους άλμπουμ διαθέτει μια εντελώς προσωπική αύρα, όντας μακριά από τις συνήθεις νόρμες. Με μεταμοντέρνα αισθητική, soundtrack-ική ατμόσφαιρα και μινιμαλιστική νοοτροπία, βαδίζει στα όρια του rock και μάλιστα αρκετές φορές τα προσπερνά. Ελάχιστες κιθάρες, screamo φωνητικά και tribal ρυθμοί δίνουν το έναυσμα για μια υπερβατική εμπειρία. Σκοτεινό με τον τρόπο του το “Har Nevo” προσπαθεί να αφυπνίσει πρωτόγονα ένστικτα επαφής με τη φύση και στο σύνολο του αυτό το κατορθώνει. Αν βγάλουμε τις ταμπέλες από την εξίσωση, μου θύμισαν πάρα πολύ τους Indukti του “Idmen” περισσότερο λόγω της ambient ατμόσφαιρας και γενικότερης αντίληψης στη σύνθεση, παρά στον ήχο κάθε αυτό. Άλμπουμ που δεν είναι για όλες τις ώρες, σίγουρα θα ξενίσει τους περισσότερους, αλλά σίγουρα έχει αρετές που δεν ακούς κάθε μέρα.
6/10
Γιώργος Τσινάνης
[Option B]
Δεύτερο album για τους TBHR το “Har Nevo”, είναι 1:23 το βράδυ και δεν έχω ξανακούσει ποτέ κάτι παρόμοιο. Θα είμαι ξεκάθαρη. Είναι pure underground, συγκινητικοί ανατριχιαστικοί στίχοι που θυμίζουν Nick Cave στις αρχές του, ανήσυχες μελωδίες, γαλήνη γεμάτη χάος, γαλήνη που γεννήθηκε από το χάος, τόσο νοσταλγική ατμόσφαιρα, που φτάνει να αγγίζει την απόλυτη ευδαιμονία. Ένας δίσκος γεμάτος αλληγορίες, πνευματικότητα, κρυμμένα μηνύματα, πόνο και πάθη, ζωή και θάνατο σε όλες τις μορφές τους, μουσική σε σύγχυση, μουσική προκλητικά απειλητική. Οι TBHR δούλευαν το “Har Nevo” για 4 χρόνια και αποτελούν την ζωντανή απόδειξη, ότι η πρόκληση του να βρει μια μπάντα τον “εαυτό” της μπορεί να βγει σε επιτυχές καλό (στην συγκεκριμένη περίπτωση, υπέρτατο επιτυχές καλό και αυτά να τα βλέπουν μπάντες που μαλακίζονται 20 χρόνια ανούσια και να αρχίσουν να ξυπνάνε) και χειροκρότημα παρακαλώ! Με το που άκουσα όλο το album σκέφτηκα ότι αυτή τη μπάντα θέλω να τη δω μαζί με Woven Hand και τους δικούς μας Zebra Tracks σε μεταμεσονύχτιο live κάπου στα Γιάννενα (!). Από τους λίγους φετινούς δίσκους, αν όχι ο μόνος, που έχει εκτεθειμένη όλη την αλήθεια του, αληθινό συναίσθημα, αληθινή φωνή, αληθινό ήχο. Μπορείς σχεδόν να δεις τις σταγόνες του ιδρώτα να τρέχουν στα μέτωπα και τα δάχτυλα της μπάντας, να δεις τα μάτια της “φωνής”, να ακούσεις τα καλώδια να σέρνονται σε ξύλινο φθαρμένο πάτωμα, τον αέρα να αγκαλιάζει τα φύλλα και να μυρίσεις το bourbon, να διαβάσεις την πρώτη σελίδα από τη βιογραφία των CURE που πήρες στα 15 σου και να δεις τα πρόσωπα που χάθηκαν και ξέχασες. Γενικά, με άγγιξε ο δίσκος (ναι φάνηκε). Δεν ξεχώρισα κομμάτια, μου απαγορεύω.
9.5/10
Ελένη Φιλιππούση