Πραγματικά δεν μπορώ να καταλάβω το σκεπτικό της Nuclear Blast να εντάξει ξανά τους Destruction στο δυναμικό της. Από το reunion της μπάντας με το πολύ καλό “All Hell Breaks Loose” του 2000 και μετά, οι Γερμανοί γερόλυκοι δεν έχουν να επιδείξουν πόσο μάλλον να προσφέρουν κάτι το αξιόλογο στους πολυπληθείς οπαδούς τους παρά μόνο αναμασήματα του ένδοξου παρελθόντος τους. Μπορεί δικαιωματικά (σ.σ.: και ιστορικά) να ανήκουν στην Αγία Τριάδα του γερμανικού thrash metal αλλά αμφιβάλλω αν στη σημερινή εποχή μπορούν να κοντράρουν στα ίσα τόσο τους άλλους δύο μεγάλους εκπροσώπους του (σ.σ.: λέγε με Kreator και Sodom, πολλοί σίγουρα θα έβαζαν τους Tankard και τους Paradox αλλά ας το αφήσουμε καλύτερα εδώ) όσο τα νέα και υποσχόμενα γερμανικά thrash metal σχήματα. Μοναδική “παραφωνία” σε όλο αυτό το χάλι είναι το περσινό “Days of Reckoning” που άφησε κάποια μηνύματα ελπίδας για ανάκαμψη της μπάντας. Κι εδώ έρχεται το “Spiritual Genocide” για να επιβεβαιώσει το ακριβώς αντίθετο. Οι Destruction προκειμένου να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς τη δισκογραφική τους εταιρία που τους έχει φερθεί κάτι παραπάνω από άψογα (σ.σ: το τι χρήματα κλαίνε αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορείτε να διανοηθείτε), κυκλοφόρησαν βιαστικά άλλο ένα άλμπουμ προσθέτοντας ακόμη μια μετριότητα στην δισκογραφία τους. Η επιστροφή του “Butcher” στο εξώφυλλο καθώς και η φιλική συμμετοχή των “αδερφών” Tom Angelripper (σ.σ.: των Sodom ντε) και Genre (σ.σ.: Tankard) στο χαβαλεδιάρικο “Legacy of the Past”, μοιάζουν περισσότερο σαν marketing tricks παρά έχουν να προσφέρουν κάτι το αναζωογονητικό στην μπάντα. Μεγάλο “fail” επίσης αποτελεί το άκυρο βίντεο κλιπ του “Carnivore” που αισθητικά φέρνει περισσότερο σε κλιπ όπως το “Unbroken (Hotel Baby)” των θεών Monster Magnet (σ.σ.: μιλάμε για ΕΠΟΣ) αλλά γενικότερα το ύφος του ταιριάζει περισσότερο σε hair metal μπάντες όπως οι Motley Crue παρά σε thrash metal μπάντες με το πολεμικό ύφος των Destruction. Άλλωστε για το συγκεκριμένο κομμάτι ο Schmier έχει πει ότι δεν είναι αντιπροσωπευτικό του άλμπουμ και μεταξύ μας έχει δίκιο. Το άλμπουμ περιέχει 10 κομμάτια συν ένα intro και η συνολική του διάρκεια μόλις που ξεπερνά τα 41 λεπτά. Μετά τις πρώτες ακροάσεις φαντάζει κουραστικό και κατά την ταπεινή μου άποψη αδιάφορο. Δυστυχώς αυτή η μπάντα έχει ξεχάσει να δουλεύει, αμερικανοποίησε αδικαιολόγητα τον ήχο της, έχει επαναπαυτεί στις δάφνες του παρελθόντος και από leaders έχουν γίνει followers. Μέχρι στιγμής οι οπαδοί τους είναι εκεί και δεν τους έχουν γυρίσει την πλάτη. Η δική μου απορία είναι για πόσο ακόμη; Μόνο για β(λ)αμμένους οπαδούς….
5/10
Παναγιώτης Παπαλεξόπουλος