Πραγματικά χαίρομαι που αυτή η μπάντα έχει φτάσει αισίως στην έβδομη δισκογραφική της δουλειά και παράλληλα φέτος συμπληρώνει μια δεκαετία από τότε που το πρώτο της πόνημα, το “Between Heaven & Hell”, βρήκε την θέση του στα ράφια των δισκοπωλείων. Δηλώνω υπερήφανος οπαδός των κυκλοφοριών της αν και ο προκάτοχος του “Few Against Many”, το “Days Of Defiance”, για εμένα ήταν η αδύναμη στιγμή της μπάντας μέχρι στιγμής. Τα πράγματα όμως έχουν πλέον αλλάξει. Το “Few Against Many” έχει φέρει έναν νέο αέρα στην μπάντα, καθώς οι συνθέσεις είναι πιο δυναμικές aka «πάρτα στην μάπα» και σε εγκλωβίζουν ώστε να ακούσεις το δίσκο από την αρχή μέχρι το τέλος. Σε αυτό ίσως βοήθησε και ο νέος της μπάντας, o Jo Nunez (Nightrage) στα τύμπανα, ο οποίος έδωσε μια φρεσκάδα στο τρόπο παιξίματος. Για όσους είχαν παραβρεθεί στην εμφάνιση της μπάντας στο Fuzz Club θα πήραν μια μικρή γεύση του νέου αυτού δίσκου μιας και η μπάντα τα παρουσίασε ζωντανά για πρώτη φορά στο Ελληνικό κοινό. Το πρώτο, το “Wall Of Sound”, ίσως είναι ένα από τα καλύτερα opening track αυτής της μπάντας (μαζί με το “Between Heaven & Hell” από τον ομότιτλο δίσκο και το “Kill To Live” από το “Forged By Fire) ενώ μαζί με το “Losing My Mind” που έρχεται εν συνέχεια είναι mid tempo, διαθέτει εκπληκτικά solos ξεσπάσματα σε κιθάρα και πλήκτρα αντίστοιχα που σε ωθούν σε head banging. Δυναμικό drumming για εισαγωγή για το ομώνυμο κομμάτι του δίσκου που στο 0:33 έχει μια από τις καλύτερες riff-άρες που έχει γράψει ποτέ η μπάντα με ένα συναίσθημα που ξέρεις ότι έχει ήδη πάρει θέση στο set list των ζωντανών εμφανίσεων της. Το “The Undying Fire” ακολουθεί στην συνέχεια με το ακουστικό intro της, εναλλασσόμενο με ένα κλασσικό heavy riff παρμένο από το παρελθόν της μπάντας, αρκετά κλασσικό θα έλεγα, διαθέτοντας παράλληλα ένα ευκολομνημόνευτο ρεφραίν ενώ το “Another Dimension” έρχεται να σε ξαφνιάσει ιδιαίτερα με το thrash-ίζον (εν μέρει) εισαγωγικό κορμό, του οποίου η γέφυρα & το ρεφραίν διαθέτουν μια πολύ καλή μελωδία το οποίο ίσως μου έφερε στο μυαλό Ark (κουλό ε;;;). Στην συνέχεια έρχεται το “Glorious”, το οποίο είναι ένα track το οποίο θα μπορούσε να ανήκει στο “The Premonition” άλμπουμ της μπάντας, αν και είναι πιο hard rock-é. Στο “Edge Of A Dream” που ακολουθεί πρέπει να δοθούν τα εύσημα για τούτη εδώ την σύνθεση. Η εκπληκτική ερμηνεία του Απόλλωνα σε συνδυασμό με το πιάνο που παίζει ο Μπάμπης έρχονται να δέσουν αρμονικά με τους Apocalyptica, οι οποίοι με την συμμετοχή τους εδώ έχουν κάνει αυτή την μπαλάντα απλά ονειρική. Μια τέτοια σύνθεση θαρρώ πως έλειπε από την μπάντα και να λοιπόν που ήρθε. Το “Destiny” είναι ένα κομμάτι το οποίο σίγουρα και αυτό θεωρώ πως θα βρίσκεται στο set της μπάντας μιας και είναι ένα ultra κλασσικό Firewind κομμάτι, κάργα συναυλιακό ενώ λίγο πριν το τέλος το “Long Gone Tomorrow” είναι αυτό που έρχεται σε πιο heavy μονοπάτια να σε πιάσει ενώ το refrain είναι πιο mid tempo. Ο δίσκος κλείνει με το “No Heroes, No Sinners”, το οποίο είναι και το ιδανικότερο για τον ρόλο που του ανατέθηκε. Ακούστε την ροή του δίσκου και θα καταλάβετε τι εννοώ. Οι Jason Suecof & Eyal Levi έκαναν πολύ καλή δουλειά στα Audiohammer Studios (Trivium, All That Remains, Death Angel, etc.) στον τομέα της μίξης/master, κάτι που δίνει μια νέα πνοή στη μπάντα και διαφέρει από την μέχρι τώρα εικόνα που είχαμε σχηματίσει από τις δουλειές του Fredrik Nordstrom μέχρι στιγμής. Ο Gustavo Sazes χάρισε άλλο ένα πολύ καλό layout στην μπάντα και σε συνδυασμό με το ηχητικό αποτέλεσμα θεωρώ ότι δένουν άψογα. Το μόνο αρνητικό στην όλη δουλειά για εμένα ίσως αποτελεί η απόδοση του Απόλλωνα εν μέρει. Θεωρώ ότι μπορούσε να τα πάει καλύτερα, από κει και πέρα όμως, θέμα γούστου είναι όλα. Τον δίσκο παντός εγώ τον προτείνω ανεπιφύλακτα…
8/10
Νίκος Σιγλίδης