Σήμερα θα ασχοληθούμε με ένα ακόμη συγκρότημα που έχει φροντίσει να μην ξέρουμε και να μην μπορούμε να μάθουμε τίποτα για αυτό. Οπότε θα κάνω εκείνο που μένει να κάνω σε τέτοιες περιπτώσεις, να ανατρέξω δηλαδή στο Metal Archives, όπου θα μάθω τις απαραίτητες λεπτομέρειες.
Βλέπω, λοιπόν, ότι οι Hellfire Deathcult είναι μια μπάντα που μας έρχεται από το Σικάγο των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία κινείται στο χώρο του death και του black. Σχηματίστηκε το 2013 και από τότε έχει μία αξιόλογη δισκογραφική παρουσία, με δύο δίσκους, δύο EP και ένα split με τους Nigrummagia, από το Τέξας. Φέτος οι Αμερικανοί επιστρέφουν με την τρίτη τους ολοκληρωμένη δουλειά, με τίτλο “Al Nombre de la Muerte”.
Ακούγοντας το τρίτο album των Αμερικανών θα έλεγα πως αυτό ταιριάζει περισσότερο στο χώρο του death metal, έχοντας και κάποια στοιχεία death. Και αυτό γιατί στο μεγαλύτερο μέρος του δίσκου η μουσική έχει μια επιθετική συμπεριφορά, με σχεδόν μόνιμα καταιγιστικούς up-tempo ρυθμούς, γρήγορα τύμπανα και γρήγορες βαριές κιθάρες. Και αυτό που εντείνει τη death πλευρά του δίσκου είναι τα φωνητικά, τα οποία είναι εντελώς brutal, όπως εκείνα που ακούγονται στις grindcore κυκλοφορίες.
Και μαζί με αυτή τη brutal αισθητική το ίδιο έντονος είναι ο ζόφος που αναδύεται από τη μουσική και από τον ήχο. Καταρχάς, έχουμε να κάνουμε με έναν εντελώς βρώμικο ήχο και με μια θολή παραγωγή που ναι με καθιστά το τελικό αποτέλεσμα κάπως μουντό, αλλά ταυτόχρονα είναι αρκετά ταιριαστό με την death και brutal νοοτροπία του δίσκου.
Οι κιθάρες δεν είναι εντελώς ευδιάκριτες, καθώς ακούγονται κάπως συγκεχυμένες πίσω από τα δυνατά και ξερά τύμπανα, ενώ τα φωνητικά δεν είναι πολύ δυνατά σε ένταση και ακούγονται πιο πίσω από τη μουσική. Όμως, σαν σύνολο, αυτή η εντελώς θολή και σκοτεινή ατμόσφαιρα, αυτός ο δυσδιάκριτος ήχος και τα brutal φωνητικά δημιουργούν ένα εντελώς ζοφερό και καμιά φορά απειλητικό αποτέλεσμα, το οποίο όχι μόνο δεν σε ξενερώνει, αλλά σε σαγηνεύει κιόλας.
Και αυτό λειτουργεί πολύ ωραία στα λίγα αργά περάσματα του δίσκου, όπου οι ρυθμοί κατεβαίνουν σε πιο sludge επίπεδα, καθώς εντείνεται ακόμα περισσότερο η σκοτεινιά του ήχου, αλλά και η αίσθηση του ότι κάτι κακό και μοχθηρό προσπαθεί να αναδυθεί. Και είναι σε αυτά τα αργά περάσματα, αλλά και στα mid-tempo κοψίματα που υπάρχει μια πιο μελωδική προσέγγιση, που σπάει τα μονότονους γρήγορους ρυθμούς και φέρνει μια ευχάριστη αλλαγή στα αυτιά του ακροατή.
Γιατί όσο και ωραίο να είναι σαν σύνολο, η αλήθεια είναι πως οι σχεδόν μόνιμα γρήγοροι ρυθμοί καταντούν κάπως επαναλαμβανόμενοι, καθώς δεν υπάρχουν αλλαγές από κομμάτι σε κομμάτι. Αν δηλαδή δεν προσέξεις ότι ένα τραγούδι έχει τελειώσει και ότι έχει ξεκινήσει το επόμενο, παίζει να μην αντιληφθείς ότι ακούς άλλο κομμάτι. Και είναι γι’ αυτό το λόγο που τα αργά και mid-tempo κοψίματα ξεχωρίζουν περισσότερο στο δίσκο.
Από ‘κει και πέρα, το “Al Nombre de la Muerte” είναι ένας δίσκος που ακούγεται ευχάριστα ιδιαίτερα αν είστε λάτρεις του σκοτεινού και βρώμικου ήχου και της θολής παραγωγής. Πρόκειται για ένα album που συνδυάζει τη δύναμη και τη βαρύτητα με τη ζοφερή ατμόσφαιρα, προσφέροντας ένα επιθετικό και απειλητικό αποτέλεσμα. Αν του ρίξτε μια αυτιά σίγουρα δεν θα χάσετε.
6,5/10
Μίνως Ντοκόπουλος
[email protected]