Το “Emerald” αποτελεί σύμπραξη με τη σφραγίδα της δισκογραφικής Pelagic μεταξύ των Βέλγων Psychonaut και των Νορβηγών Sâver. Οι πρώτοι επανακυκλοφόρησαν το ντεμπούτο τους “Unfold The God Man” πέρσι και οι δεύτεροι κυκλοφόρησαν επίσης το ντεμπούτο τους “They Came With Sunlight” προ διετίας. Το split αποτελείται από μόλις δύο τραγούδια, έκαστο να αντιπροσωπεύει καθεμία από τις δύο μπάντες αλλά παρ’ όλα αυτά έχει συνολική διάρκεια που ξεπερνά το μισάωρο.
Κι εδώ εντοπίζεται όχι το μόνο αλλά σίγουρα ένα από τα βασικότερα προβλήματα και των δύο συγκροτημάτων. Άσκοπα μεγάλες διάρκειες κομματιών. Το άσκοπο που όλου θέματος έχει πολλαπλές αιτίες. Το “The Great Realisation” των Psychonaut θα μπορούσε άνετα να σπάσει σε δύο ξεχωριστές συνθέσεις, η μετάβαση που γίνεται από τη μέση του κομματιού και μετά καταδεικνύει απόλυτα ότι κάτι τέτοιο όχι μόνο θα μπορούσε να έχει γίνει, αλλά θα ήταν και υπέρ του συνολικού αποτελέσματος αν συνέβαινε.
Το συγκρότημα βρίσκεται σε ικανοποιητικό επίπεδο από άποψη συνθετικών κι εκτελεστικών ικανοτήτων και η μουσική τους ακούγεται ευχάριστα ή τέλος πάντων δεν ενοχλεί. Αλλά σε καμία περίπτωση δε φαίνεται να μπορούν να σηκώσουν το φορτίο μιας τόσο μακροσκελούς σύνθεσης, ούτε συνθετικά, ούτε ως προς το λειτουργικό ρόλο που παίζει η διάρκεια στην απόδοση ιδεών που παρουσιάζονται μέσα στο κομμάτι.
Κοινώς, ό,τι και να ήταν αυτό που ήθελαν να πουν μέσα στα σχεδόν είκοσι λεπτά του “The Great Realisation” θα μπορούσε να είχε ειπωθεί σε πολύ λιγότερο χρόνο. Επίσης, οι συνδετικοί ιστοί ενός τέτοιου κομματιού πρέπει να είναι διακριτοί και να εμπεριέχουν αναμεσά τους δραματικά αξιόλογες ιδέες, ώστε να αξίζει τον κόπο. Αν και βαθύτατα επηρεασμένοι από τους Opeth των τελευταίων δίσκων, δε διαθέτουν επ’ ουδενί κανένα από τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Τουλάχιστον όχι σε βαθμό που να αιτιολογεί τη συνθετική φλυαρία προς το τέλος με κάτι ambient/ανατολίτικα περάσματα που δεν αιτιολογούν επαρκώς την ύπαρξή τους. Φαίνεται (ακούγεται πιο σωστά) ότι είναι προϊόν δευτερεύουσας σκέψης κι όχι αποκύημα μιας ενιαίας ιδέας στην οποία ήθελαν να αφήσουν τον δέοντα χώρο να αναπτυχθεί.
Παρόμοιες ενστάσεις έχω και για το “Dimensions Lost, Obscured By Aeons”. Το συγκρότημα έγραψε το κομμάτι για να περιγράψει τα συναισθήματα του για την ακύρωση της περιοδείας τους στα τέλη του περσινού Μάρτη λόγω της παγκόσμιας πανδημίας και την αβεβαιότητα που ακολούθησε τους επόμενους μήνες, απότοκο της ίδιας κατάστασης. Περισσότερο επηρεασμένοι από την electronica και την ορχηστρική μουσική σε σχέση με τους Psychonaut, οι Νορβηγοί ξεκινούν με μια εκ πρώτης όψεως ambient, μονότονα κλειστοφοβική εισαγωγή, η οποία και πάλι διαρκεί πολύ παραπάνω από όσο θα έπρεπε.
Δέκα λεπτά για την ακρίβεια. Κάτι που θα ήταν κουραστικό ακόμη κι αν το έκαναν οι The Acid, που εντάξει, αυτή είναι η δουλειά τους. Στη συνέχεια μπαίνουν ορισμένες συμπαθητικές κιθάρες, post-rock ιδιοσυγκρασίας καθαρά φωνητικά και μερικά growls. Αμφότερα τα δύο τελευταία, εξίσου συμπαθητικά. Τα metal στοιχεία του κομματιού φανερώνει την καταγωγή του σχήματος, κάτι που δε μας χαλάει καθόλου. Το κομμάτι κορυφώνεται και μετά ακολουθεί ένας εξίσου αχρείαστα μεγάλος ορχηστρικός επίλογος. Ο οποίος διαθέτει μάλλον prog metal αναφορές, κυρίως από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Δεν είναι κακή δουλειά, ούτε το να αφήνονται δημιουργικές ελευθερίες στα σχήματα να αναπτύξουν τα κομμάτια τους με τον τρόπο και στο χρόνο που εκείνα επιθυμούν είναι απαραίτητα επιλήψιμο. Αλλά οι μεγάλες διάρκειες θέλουν κι άλλα πράγματα μεγάλα, που δε μπορώ να τα αναφέρω ακριβώς, αν και κάτι μου λέει ότι όλοι καταλαβαίνουμε για τι μιλάω. Όταν θες να μιλήσεις τόσο πολύ, πρέπει να βεβαιωθείς ότι έχεις πολλά και ουσιαστικά πράγματα να πεις, Αλλιώς, τα όποια σημαντικά χάνονται μέσα σε αυτή τη μουσική πολυλογία, μαζί με την προσοχή του ακροατή.
5/10
Χρύσα Γιουρμετάκη
chrysag.nioti@gmail.com