Οι death metallers Death Courier κυκλοφόρησαν το νέο τους full-length album “Necrotic Verses” και εμείς ήρθαμε σε επαφή μαζί τους για να μάθουμε όσο το δυνατόν περισσότερα μπορούσαμε γύρω από αυτό αλλά και όχι μόνο. Τις απαντήσεις έδωσε ο Βασίλης Σούλας, τραγουδιστής και μπασίστας του σχήματος
Θέλω να σας ευχαριστήσω που δεχτήκατε να κάνουμε αυτή την συνέντευξη και ταυτόχρονα να σας δώσω πολλά συγχαρητήρια για τον death metal δίσκο της χρονιάς, “Necrotic Verses”. Τι ανταπόκριση υπάρχει μέχρι τώρα από τον Τύπο και τους ακροατές;
Εμείς ευχαριστούμε! H ανταπόκριση είναι πολύ θετική. Έχουμε καλές κριτικές και θετικά σχόλια από όλο τον κόσμο παρόλο που το death metal θέλει το χρόνο του.
Κατά γενική ομολογία, δημιουργήσατε έναν δίσκο υποψήφιο για την πρώτη θέση. Εσείς είστε ευχαριστημένοι από το τελικό αποτέλεσμα;
Ναι, είμαστε ευχαριστημένοι γιατί θέλαμε να είναι απλό και κατανοητό για τους φίλους ακροατές. Μια old school προσέγγιση σε παραγωγή και αισθητική. Θέλαμε το υλικό να μένει στο μυαλό και να θέλει ο ακροατής να το ακούει ξανά και ξανά.
Πες μας δύο λόγια για το φοβερό εξώφυλλο και ποιος είναι ο δημιουργός του.
Το εξώφυλλο σχεδιάστηκε από την γνωστή σε όλους Misanthropic Art που επιμελείται και τα εξώφυλλα των Dismember, Behemoth, Asphyx, Hate Eternal, Pig Destroyer και Maryland Deathfest. O φίλος μας έκανε πολύ καλή δουλειά. Tο εξώφυλλο μαγνητίζει το βλέμμα είναι σκοτεινό και ταιριάζει στη μουσική και στους στίχους μας.
Τη μουσική και τους στίχους ποιος τους γράφει; Ποια είναι η πηγή έμπνευσης;
Μουσική και στίχοι γράφουμε εγώ και ο κιθαρίστας μας ο Γιώργος. Η θεματολογία είναι ανεξάντλητη γιατί υπάρχει πολύ σκοτάδι μέσα και γύρω μας. Η κύρια θεματολογία μας πάντως είναι οτιδήποτε σχετικό με το θάνατο και το σάπισμα της σάρκας εκεί που αναπαύεται.
Ποια είναι η ιδέα πίσω από τον δίσκο; Θέλετε να περάσετε κάποιο μήνυμα μέσω της μουσικής σας και αν ναι, ποιο είναι αυτό;
Ο τίτλος του δίσκου “Necrotic Verses” σαν concept αναφέρεται σε αποσπάσματα ποιημάτων και νεκρολογίες που υπάρχουν πάνω σε ταφόπλακες και μνημεία διάσπαρτα σε νεκροταφεία του εξωτερικού. Κάθε τραγούδι αυτού του δίσκου περιέχει μέσα του αυτούς τους στίχους που αναφέρονται στην απώλεια και τον εξορκισμό του θανάτου. Πάντα ο θάνατος εκτός από λύτρωση παίρνει κάτι πολύτιμο. Αυτή είναι η κεντρική ιδέα του δίσκου και κατά κάποιο τρόπο συμμετείχαν εκατοντάδες άνθρωποι στη συγγραφή των στίχων αποσπασματικά με λίγο περίεργο τρόπο. Μόνο εμείς ξέρουμε που είναι θαμμένοι τώρα οι στίχοι όλων.
Η παραγωγή του “Necrotic Verses” είναι άψογη κάνοντας το δίσκο πολύ ελκυστικό στους ακροατές. Θα ήθελα να μου πεις τους συντελεστές αυτού του αποτελέσματος.
Το “Necrotic Verses” ηχογραφήθηκε τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 2017 στα Slow Animal Recording Studios στην Πάτρα, όπου έγινε και η μίξη και το mastering από τον φίλο μας John Moοth. Μπορεί να μας πήρε τρία χρόνια για να κυκλοφορήσει αλλά τα καταφέραμε!
Πώς δημιουργήθηκε η ανάγκη να φτιαχτεί το συγκρότημα; Πώς και επέλεξες αυτό το όνομα;
Πίσω στο 1985, ακούγοντας Βathory και Venom, σκέφτηκα να βρω κάποιους με την ίδια τρέλα για να δημιουργήσουμε μπάντα χωρίς να ξέρω κανένα μουσικό όργανο. Βρήκα πρώτα τον Θοδωρή, συμμαθητή μου και τεράστιο ταλέντο στη κιθάρα. Μετά τον Δημήτρη στα τύμπανα, που όπως εγώ, μάθαμε από το κιθαρίστα μας να παίζουμε και να δημιουργούμε μουσική, η οποία για πρώτη φορά εμφανίστηκε στην Ελλάδα σαν death metal. Οι Death Courier δημιουργήθηκαν τα Χριστούγεννα του 1986 μέσα σε ντελίριο καθώς ηχογραφούσαμε τα πάντα σε ένα κασετόφωνο που έπαιζε και ανάποδα τα κομμάτια και ακουγόμασταν πραγματικά απόκοσμα. Το πρώτο όνομά μας το 1986 ήταν Βlack Funeral, μετά Raw Death και τελικά πήραμε το όνομά μας. Καταλήξαμε στο Death Courier από το demo των Γερμανών Samhain/Desexult “The Courier” του 1986 για όσους ξέρουν από γερμανικό thrash. Αυτό είναι η πρώτη φορά που το αναφέρω δημόσια.
Οι Death Courier είναι από τα πρώτα death metal συγκροτήματα στην Ελλάδα. Τι έχεις να θυμάσαι από τα «πέτρινα» χρόνια;
Πέτρινα χρόνια, ναι, γιατί δεν υπήρχε τίποτα τότε. Ούτε όργανα ούτε μηχανήματα, μόνο ένα ενοικιασμένο σπίτι απόμερο που είχαμε μετατρέψει σε studio. Δουλεύαμε σε εργοστάσιο αναψυκτικών εδώ στην Πάτρα για να βοηθήσουμε τη μπάντα, γιατί είχαμε πάθος να παίξουμε μουσική. Κάναμε σχεδόν κάθε μέρα πρόβα παρότι κουρασμένοι, κάθε μέρα πάρτι αλλά ήμασταν νέοι, είχαμε ενεργεία και ενθουσιασμό μιας και το thrash και το death ήταν καινούργια είδη. Ζήσαμε πολύ ωραίες εποχές τότε γιατί υπήρχε τεράστια συμμέτοχη κόσμου.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 το συγκρότημα πήγαινε πάρα πολύ καλά, με καλές κυκλοφορίες και πολλές επιτυχημένες συναυλίες. Τι συνέβη μετά; Ποιοι ήταν οι λόγοι που οδήγησαν στην διάλυση το 1993;
Αρχές 1991 η μπάντα είχε ανέβει πολύ με καλές κυκλοφορίες. Παίζαμε παντού, ήμασταν πρωτοπόροι σε Ελλάδα με επαφές με πολλές μπάντες του εξωτερικού από την εποχή των demo. Για να σου αναφέρω μιλάγαμε με Unleashed, Entombed, Therion, Mayhem, Samael, Protector, Mercyless και όλα τα ονόματα της τότε ελληνικής σκηνής με τα οποία έχουμε παίξει παλιά. Eνώ λοιπόν όλα πήγαιναν καλά, ξαφνικά, λίγο ο στρατός, οι σπουδές, τα οικονομικά μας χάλια, αποφασίσαμε να τα παρατήσουμε. Ίσως φταίει που ήμασταν άνθρωποι χαμηλών τόνων και αυτό είναι κάτι που έχω μετανιώσει. Η ελληνική σκηνή ήταν τότε στο ξεκίνημα, όχι όπως τώρα που έχει γιγαντωθεί και έχει μπάντες που είναι παγκόσμια μεγέθη.
Τι σε έκανε να επαναδραστηριοποιήσεις την μπάντα μετά από δεκαέξι χρόνια;
Στην άκρη του μυαλού μου είχα πάντα την επιθυμία να ξαναπαίξω και να ξαναφτιάξω την μπάντα. Όλα ήταν έτοιμα, υλικό υπήρχε και μόλις βρήκα τα κατάλληλα παιδιά συμπληρώθηκε το πάζλ. Έτσι, ξεκίνησε πάλι η μηχανή με την ίδια συνταγή.
Ποιες είναι οι διαφορές των Death Courier του σήμερα με τους Death Courier των αρχών της δεκαετίας του ‘90;
Οι παλιοί Death Courier παίζανε πιο απλοϊκά, πιο αργά και ψαχνόμασταν ακόμη σε ένα ιδίωμα που μόλις ξεκινούσε. Ήμασταν πιο χύμα ενώ η σημερινή μπάντα έχει πιο πολλές μουσικές γνώσεις, εμπειρία και πολλές δεξιότητες που βοηθάνε και εμένα να βάλω σε καλούπια τη μουσική που δημιουργώ για να ακούγεται όπως πρέπει.
Πόσο σημαντικές ήταν οι προσθήκες του Γιώργου Πετούση και του Ηλία Ηλιόπουλου στο συγκρότημα;
Πολύ σημαντικές γιατί υπάρχει χημεία μεταξύ μας και αυτό κάνει τα πάντα πιο εύκολα για να δημιουργήσουμε μουσική και να περάσουμε καλά. Μην ξεχνάμε ότι τα παιδιά δεν είναι μόνο μουσικοί των Death Courier, είναι πάνω από όλα φίλοι μου και η μπάντα δεύτερη οικογένεια μας.
Ως βετεράνος της metal σκηνής, πώς βλέπεις τα πράγματα να εξελίσσονται στην Ελλάδα; Έχεις ξεχωρίσει κάποια συγκροτήματα;
Η ελληνική σκηνή έχει πλέον τα πάντα, περιοδικά, studio για πρόβες και ηχογραφήσεις, χώρους για συναυλίες. Όρεξη να γίνει δουλειά και μεράκι να υπάρχει. Μπάντες που μου αρέσουν Dead Congregation, Acid Death, Vermingod, Mortal Torment, The Psalm, Swamp, Resurgensy, Abyssus, Curced Blood, Dead Human Factory και πολλές άλλες.
Μέχρι τώρα στο σύνολό τους οι κυκλοφορίες σας ήταν ανεξάρτητες ή με την βοήθεια ελληνικών εταιριών. Πως προέκυψε η συνεργασία με την Transcending Obscurity; Είστε ευχαριστημένοι μέχρι τώρα και πόσο έχει βοηθήσει αυτό τον νέο σας δίσκο;
Η εταιρία γνώριζε το παλαιότερο υλικό μας και όταν άκουσε και την καινούργια ηχογράφηση μας πρότεινε συμβόλαιο. Ξέραμε ότι η Transcending Obscurity είναι ανερχόμενη δύναμη και όλες οι κυκλοφορίες της άψογες και πολύ προσεγμένες ποιοτικά. Επίσης, ο Kunal, ο ιδιοκτήτης της εταιρίας, είναι συνεργάσιμος, πρόθυμος και έχει διαφημίσει και προωθήσει τον δίσκο παντού. Κάποια στιγμή θα κυκλοφορήσει και σε βινύλιο γιατί είναι το format που θέλουν όλοι πλέον στη συλλογή τους.
Εγώ βλέπω ότι τα πράγματα στην Ελλάδα πάνε από το κακό στο χειρότερο. Οι δουλειές και γενικά ο τρόπος που ζούμε είναι άθλιος. Καθημερινό άγχος και stress μας κυριεύει για το πως θα βγει η επόμενη μέρα. Πως τα βλέπεις εσύ τα δρώμενα; Πόσο δύσκολο είναι να προσπαθείς να κάνεις το καλύτερο για το συγκρότημα σου και ταυτόχρονα να τρέχεις στη δουλειά για να επιβιώσεις εσύ και η οικογένεια σου;
Στην Ελλάδα η μουσική έρχεται σε δεύτερη μοίρα γιατί κυνηγάμε το μεροκάματο με το τουφέκι. Αν είσαι σε μεγάλη ηλικία και με οικογένεια είναι πιο δύσκολο να αφιερώσεις χρόνο για να κάνεις αυτό που αγαπάς. Παρόλα αυτά η τρελά υπήρχε, υπάρχει και θα είμαστε δώ όσο για αντέξουμε. Κακά τα ψέματα, ο περισσότερος κόσμος απλά επιβιώνει με λίγα και έχει ελαχιστοποιήσει τις ανάγκες ς του δραματικά. Πολλοί δεν έχουν πλέον καμία ηθική αναστολή για να εκμεταλλευτούν τον συνάνθρωπο τους με το χειρότερο πρόσωπο που μπορεί να έχει ένα αφεντικό.
Σας ανησυχεί όλη αυτή η κατάσταση με την πανδημία; Σας έχει επηρεάσει με κάποιον τρόπο;
Με τον κορονοϊό προσπαθούν να μας μάθουν να φοβόμαστε να συναναστραφούμε μεταξύ μας και πλέον βιώνουμε τη χειραγώγηση όλου του πλανήτη μέσα από τον φόβο και την οικονομική εξαθλίωση όλων μας. Όλοι αυτοί οι φίλοι που εργάζονται και ζoυν από την μουσική, στα κλειστά μαγαζιά και τις συναυλίες, αναρωτιέμαι πως επιβιώνουν και πότε θα τελειώσει αυτός ο εφιάλτης της πανδημίας. Σε εμάς, ως μπάντα, το μόνο που μας έκανε είναι να ακυρώσουμε κάποιες συναυλίες και να μπλοκάρει η κυκλοφορία του δίσκου λόγω lockdown.
Ποια είναι τα βραχυπρόθεσμα αλλά και μακροπρόθεσμα σχέδια για τους Death Courier;
Μελλοντικά σχέδια ελέω πανδημίας δεν μπορούν να γίνουν αλλά ευελπιστούμε να στηρίξουμε με συναυλίες, αν γίνουν βέβαια, την νέα μας κυκλοφορία καθώς έχουμε ακυρώσει και μεταφέρει κάποιες συναυλίες σε νέες ημερομηνίες από χειμώνα σε διάφορες πόλεις στη χώρα μας.
Σε ευχαριστώ πολύ για το χρόνο που αφιέρωσες σε αυτές τις ερωτήσεις. Μπορείς να κλείσεις όπως θέλεις τη συνέντευξη.
Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε εσένα Νίκο και το GreekRebels.gr για τον χρόνο και την στήριξη σας στην ελληνική σκηνή. Μόνο ενωμένοι μπορούμε να είμαστε δυνατοί και εμείς και η μουσική μας. Stay core, stay brutal and join the Couriers!
Νίκος Λίλλης
https://www.facebook.com/Death-Courier-423460954403378/
https://deathcouriergreece.bandcamp.com/
Band Members
Βασίλης Σούλας – φωνητικά, μπάσο
Γιώργος Πετούσης – κιθάρες
Ηλίας Ηλιόπουλος – τύμπανα
Discography
Demise, 1992
Perimortem, 2013
Necrotic Verses, 2020