Έχουν ακουστεί πολλά για τη Doro Pesch και την προσωπική της καριέρα τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Από τη μία έχεις τους πιστούς που εξακολουθούν να τη θεωρούν τη Μεγάλη Κυρία του heavy metal, από την άλλη τους πιο κακεντρεχείς που δεν τη θεωρούσαν τίποτε άλλο από μία σεβαστή αλλά υπερεκτιμημένη ύπαρξη στο σκληρό ήχο που απλά έχτισε όνομα λόγω Warlock. Αν και προσωπικά προτιμώ να τηρώ ουδέτερη στάση, οφείλω να ομολογήσω πως όποια solo δουλειά κι αν έχω ακούσει ανά τα χρόνια από τη δερματοφορεμένη ξανθιά, καμία δε μπόρεσε να αιχμαλωτίσει έστω και λίγη από τη μαγεία των τεσσάρων albums της παλιάς της μπάντας. Και δεν αναφέρομαι στα “All We Are” ή “I Rule The Ruins” που (καλώς ή κακώς) είναι και τα μοναδικά κομμάτια που οι περισσότεροι γνωρίζουν και για τα οποία επιλέγουν να την αδικούν. Είναι εκείνα τα “Fight For Rock”, “Burning The Witches”, “Time To Die”, “Hellbound” και πολλά άλλα που δημιούργησαν ένα μύθο γύρω από το όνομά της. Ναι, οι γραφικότητες τύπου «στρατιώτης του metal» ή το γεγονός πως δεν έκανε οικογένεια ώστε να αφοσιωθεί σε αυτή τη μουσική σήμερα μπορεί να φαντάζουν κατάλοιπα μίας άλλης εποχής. Σκέψου όμως πως οι συνθετικές της ορέξεις (αλλά και οι πωλήσεις της) παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, ίσως και σε υψηλότερα κι από τα 80′s. Στους τελευταίους της δίσκους έχουμε παρατηρήσει μία σχετικά «εύθραυστη» επαναφορά στους heavy metal ήχους μετά και το “Fight” του 2002, καθώς μέχρι τότε είχε προτιμήσει μία προσέγγιση προς την πιο hard rock πλευρά της. Το δωδέκατο, κατά σειρά, album είναι πλέον γεγονός και η κυκλοφορία του γιορτάστηκε με το παραπάνω στο φετινό Wacken, όπου ακόμα έχω νωπές τις αναμνήσεις αυτής της δυναμικής εμφάνισης.
Η επιλογή της ίδιας να ηχογραφήσει για πρώτη φορά στην καριέρα της ένα διπλό album ήταν άκρως στρατηγική. Πρώτον, ικανοποιεί όλους τους βαμμένους οπαδούς (που ως γνωστόν είναι πολλοί) που διψούσαν για μία νέα δουλειά μετά το προ εξαετίας μέτριο “Raise Your Fist” και, δεύτερον, δίνει στη Doro την ευκαιρία να παίξει λίγο και με το marketing, αν αναλογιστείς τι χαμό προξένησε η ανακοίνωση για νέο δίσκο που θα περιείχε πάνω από 25 κομμάτια.
Όπως ήταν φυσιολογικό και αναμενόμενο, το “Forever Warriors/Forever United” χωρίζεται κατά βάση σε δύο συνθετικές δομές. Η αρχή της ακρόασης γίνεται με το “Forever Warriors” album. Εδώ τα κομμάτια γράφτηκαν υπεραπλουστευμένα και με κλασικό 80′s τρόπο. Εισαγωγή με το “All For Metal” για τις απανταχού αρένες όπως ακριβώς είχε γίνει και στο “Triumph Or Agony” με το “All We Are” και εν συνεχεία το εξ’ ολοκλήρου βασισμένο σε heavy riffs “Bastardos”. Τη γνώμη μου για τη μπαλάντα “If I Can’t Have You – No One Will” και τη guest εμφάνιση του Johan Hegg την είχα σχηματίσει καιρό πριν. Σαν ιδέα ήταν κάκιστη μιας και η ακραία φωνή του ψηλού έρχεται σε έντονη αντίθεση με την πρέπουσα της Doro. Αν και κάτι τέτοιο δε θα ‘πρεπε να αποτελεί έκπληξη, μιας και κάτι αντίστοιχο είχε κάνει και η ίδια με τη συμμετοχή της στο (εξίσου κακό) “A Dream That Cannot Be” στο προπέρσινο “Jomsviking” album των Amon Amarth. Δε χρειάζεται να σταθούμε εδώ περαιτέρω. Η συνέχεια είναι αρκετά πιο αξιότιμη. Το “Soldier Of Metal” θυμίζει ευχάριστα πολύ παλιότερες solo δουλειές της από τα early-90′s χωρίς βέβαια να διαθέτει την αντίστοιχη old-school πινελιά, ενώ το “Turn It Up” έχει πιο ανεβαστικό Accept-ίστικο ρυθμό. Αυτό μαζί με το “Blood, Sweat And Rock ‘n’ Roll” αποτελούν δύο από τις λίγες hard rock αναλαμπές. Η Whitesnake διασκευή στο “Don’t Break My Heart Again” αν και αξιοσημείωτη, ωστόσο θα ταίριαζε περισσότερο στο δεύτερο, πιο συναισθηματικό μέρος του album. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για το “Love’s Gone To Hell”, μία από τις καλύτερες μπαλάντες που έχουν γραφτεί, για τα δεδομένα της Doro πάντα. Μετά και το μέτριο, πιο “bluesy” rock “Freunde Fürs Leben”, η αυλαία πέφτει με το πιο classic rock “Backstage To Heaven”, το οποίο ίσως και να έχει να κάνει με έναν υποσυνείδητο φόρο τιμής προς το φιλαράκο της το Lemmy. Το πρώτο κομμάτι της κυκλοφορίας συνολικά ήταν OK.
Η αλήθεια είναι πως και να τελείωνε το album εδώ, δε νομίζω να πείραζε κανέναν. Όπως είπαμε όμως και πιο πριν, η όρεξη της Doro για μουσική είναι αχαλίνωτη. Το “Forever United” λοιπόν, ακολουθεί μία πολύ πιο “light” και συναισθηματική προσέγγιση με περισσότερες μελωδίες και λιγότερα riffs. Θυμίζει αρκετά τις “True At Heart” ημέρες, ενώ επιπλέον διαθέτει μερικές συνθέσεις τύπου “Résistance”, “Lift Me Up”, “Love Is A Sin” και το καταπληκτικό ημιακουστικό “1000 Years” που θα τις χαρακτήριζα πολύ πιο ποιοτικές από πολλά κομμάτια του πρώτου μέρους. Βέβαια το δεύτερο μέρος είναι και εκείνο που έχει τα περισσότερα fillers. Και δυστυχώς δεν το έσωσε ούτε η guitar solo συμμετοχή του Doug Aldrich στο “Heartbroken”, ούτε ο (άμεσος αυτή τη φορά) φόρος τιμής στο Lemmy με το “Living Life To The Fullest”. Από τη μέση και μετά οι υπερβολικές μελωδίες άρχισαν να κουράζουν και να μετριάζουν, κάνοντάς με να σκεφτώ πως θα ήταν σοφότερο οι μπαλάντες να είχαν μοιραστεί ισότιμα και στα δύο μέρη. Μην ξεχνάμε ότι η αφθονία σε μπαλάντες ήταν εκείνη που στα τέλη των 90’s που προξένησε τη μεγάλη κοιλιά στη δισκογραφία της. Το κλείσιμο έγινε με άλλη μία διασκευή, αυτή τη φορά στο “Lost In The Ozone” των Motorhead, ρίχνοντας την αυλαία με ένα στενάχωρο τρόπο.
Σίγουρα δεν είμαι και ο πιο ένθερμος fan της Doro. Γι’ αυτό και δε μπορώ να γνωρίζω επ’ ακριβώς τι απήχηση πρόκειται να έχει αυτή η κυκλοφορία. Αυτό που μπορώ να πω χωρίς ενδοιασμό είναι πως σίγουρα πρόκειται για την πιο τολμηρή και γενναιόδωρη ποσοτικά δουλειά της. Από κει και έπειτα εξαρτάται από εσένα με ποιο από τα δύο albums θα ταυτιστείς. Εγώ μάλλον ταυτίστηκα με το πρώτο. Η Βασίλισσα επέστρεψε λοιπόν. Και συνεχίζει απ’ ότι φαίνεται να είναι τίμια.
7/10
Χάρης Μπελαδάκης
[email protected]